Academia.edu no longer supports Internet Explorer.
To browse Academia.edu and the wider internet faster and more securely, please take a few seconds to upgrade your browser.
Γεραπετρίτικη Απόπειρα, τ. 29, Ιούλιος '98, σελ. 20-24 Η ζωή του Καβάφη είναι χωρίς διακυμάνσεις, όπως χωρίς διακυμάνσεις είναι και το έργο του. Ο Κάλβος είχε μια πολυτάραχη ζωή, ιδιαίτερα στα νεανικά του χρόνια. Τον βρίσκουμε σε διάφορες ευρωπαϊκές πόλεις για μεγάλα διαστήματα της ζωής του. Η ζωή του Σολωμού και του Παλαμά έχει λιγότερες εξωτερικές διακυμάνσεις και εντάσεις, βαίνει όμως παράλληλα προς την εξέλιξη του ποιητικού τους έργου, το οποίο μπορούμε να παρακολουθήσουμε σκαλί σκαλί στην ανοδική του εξέλιξη ανιχνεύοντας ταυτόχρονα βιογραφικές λεπτομέρειες που το φωτίζουν.
2013
focuses on a new approach regarding Kavafis' poetry: reading it from the perspective of the fictional "character". Reading Kavafis' poetry we can easily realise that almost all individuals in his poems are not represented as traditional heroes but rather as contemporary characters, regardless of whether they are living in Alexandria, at the beginning of the 20th century or two thousand years ago, in any place around the Mediterranean. This choice makes them fresh, real, almost tangible and corresponds to the aesthetic expectations of the 20th and 21st century readers. Following this critical line, it became obvious to us that the main path to better understand Kavafis is the concept of the "subject": how it was represented and transformed in the context of the western literature in general and in the area of Modern Greek literature in particular, during the last two centuries or so; when, where and how the traditionally multi-potential subject was challenged and why. The Parisian poet Charles Baudelaire was an important key point to start with on one hand and Franz Kafka, from Prague, almost an ending point: in a space of less than a half of a century the fictional subject was totally dismantled. Kavafis is situated in the middle of this extraordinary transition, pointing in both directions in a less dramatic way but full of dramatisation, while Modern Greek poetry was experiencing its own transformations. From Andreas Kalvos to Kostas Karyotakis, Modern Greek poetry emerges as a beginning and an end. Both such radically different poets, yet paradoxically, not so far away from each other, just like two different "days" under Kavafian terms and conditions.
2014
<jats:p>Στην παρούσα διατριβή εξετάζεται η ποικιλόμορφη και πολυδιάστατη παρουσία του αρχαίου θεάτρου στο καβαφικό έργο· πιο συγκεκριμένα επιχειρείται η συγκεντρωτική καταγραφή και φιλολογική ανάλυση όλων των έργων του ποιητή που συνδέονται, άμεσα ή έμμεσα, με το αρχαίο θέατρο. Όπως διαπιστώνεται, η προσέγγιση του αρχαίου θεάτρου από τον Καβάφη εξελίσσεται σταδιακά κατά την ποιητική διαδρομή του από το Ρομαντισμό στον Παρνασσισμό και το Συμβολισμό (περίοδος κατά την οποία εντοπίζονται και τα περισσότερα από τα ποιήματα της συγκεκριμένης θεματικής), και στη συνέχεια στο Ρεαλισμό, καθώς ο ποιητής ακολουθεί την ιστορική εξέλιξη του θεάτρου από την κλασική περίοδο (5ος αι. π.Χ.) έως την ελληνιστική / ελληνορωμαϊκή περίοδο (4ος αι. π.Χ. - 1ος αι. μ.Χ.) και την ύστερη αρχαιότητα (4ος - 5ος αι. μ.Χ.), μια φθίνουσα πορεία προς την παρακμή. Παρά το γεγονός ότι η εξέταση των έργων της πρώιμης ποιητικής περιόδου (1882;-1903), όπως και των έργων της ώριμης ποίησής του (1913-1929), αποκαλύπτει την απουσία μιας ενιαίας μεθόδου προβολής και «χρήσης» του αρχαίου θεάτρου από τον Καβάφη -σχεδόν κάθε αναφορά εστιάζει σε κάποιο διαφορετικό σημείο από ένα σύνολο ετερόκλιτων στοιχείων (κείμενα, θεματικές, χώρος, τεχνικές κ.λπ.)-, ωστόσο βασικό συνδετικό στοιχείο των έργων της ωριμότητας αποτελεί η σταθερή ένταξη του αρχαίου θεάτρου σ' ένα ευρύτερο πλαίσιο παρακμής -με έμφαση στο ερωτικό στοιχείο-, σε τέτοιο, μάλιστα, βαθμό, ώστε να μετατρέπεται πλέον σε βασικό σύμβολο παρακμής. Κατά τη διεξαγωγή της έρευνας εξετάστηκαν, επιπλέον, και άλλα επιμέρους θέματα, όπως η επαφή του Καβάφη με το αρχαίο θέατρο ως αναγνώστη και θεατή (γνώση και χρήση εκδόσεων αρχαίων κειμένων και σχετικών μελετών, παρακολούθηση παραστάσεων αρχαίου δράματος, ενδιαφέρον για τις Δελφικές Εορτές, γνωριμία με ηθοποιούς της εποχής του κ.λπ.), η ιδιάζουσα στάση του απέναντι στην αρχαία τραγωδία, που καταδεικνύεται από την προφανή απροθυμία του να συμπεριλάβει ποιήματα που σχετίζονται με αυτή στην επίσημη ποίησή του, και η ποιητική «αναμέτρησή» του με τον Αισχύλο, τον σημαντικότερο εκπρόσωπο του αρχαίου δράματος στο έργο του. Παράλληλα, μελετήθηκαν ειδικότερα ζητήματα της ιστορίας του αρχαίου θεάτρου, που απαντούν στην ποίησή του: η σχέση αρχαίου θεάτρου και σοφιστικής· η θέση του θεάτρου στη σύγκρουση Χριστιανισμού - ειδωλολατρίας (και ο ρόλος του Ιουλιανού του Παραβάτη)· η θέση των ηθοποιών στην κοινωνία των πρώτων χριστιανικών αιώνων έως και την ύστερη αρχαιότητα. Επιπλέον, στη διατριβή ερευνάται η ευρύτερη αφομοίωση στοιχείων του αρχαίου θεάτρου στην ποίηση του Καβάφη, κυρίως στα ιστορικά ποιήματά του: απόηχος τραγικών μοτίβων και θεμάτων, όπως και επιμέρους στοιχεία τεχνικής (τραγική ειρωνεία, περιπέτεια, από μηχανής θεοί, χορός, αγγελιαφόροι, βωβά πρόσωπα κ.ά.). Τέλος, εξετάζεται η ειδικότερη σύνδεση στην καβαφική ποίηση του αρχαίου θεάτρου με το τελετουργικό στοιχείο.</jats:p>
Δελτίον Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας, 2011
Ο Δήµος Καβάλας έχει υπογράψει το «Σύµφωνο των Δηµάρχων», δεσµευόµενος εθελοντικά στη βελτίωση της ενεργειακής αποδοτικότητας στην περιοχή ευθύνης του. Η βασική υποχρέωση του Δήµου που απορρέει από τη συµµετοχή στο «Σύµφωνο των Δηµάρχων», είναι η εκπόνηση και η υποβολή ενός Σχεδίου Δράσης Αειφορικής Ενέργειας (ΣΔΑΕ), το οποίο αναπτύχθηκε και περιγράφεται αναλυτικά στο πλαίσιο της παρούσας τελικής έκθεσης. Η έκθεση αποτελείται από έξι (6) κεφάλαια στα οποία περιγράφονται αναλυτικά οι στρατηγικές, οι δράσεις και τα οφέλη που απορρέουν από την εφαρµογή του ΣΔΑΕ για το Δήµο Καβάλας. Στο 1ο Κεφάλαιο παρουσιάζονται τα βασικά στοιχεία ανάπτυξης και εφαρµογής του ΣΔΑΕ του Δήµου Καβάλας. Πιο συγκεκριµένα περιγράφονται αναλυτικά τα χαρακτηριστικά του ΣΔΑΕ, τα περιεχόµενα του και η σηµαντικότητα εφαρµογής του. Επιπλέον αναλύονται οι οργανωτικές δοµές και οι αντικειµενικοί στόχοι που απορρέουν από την ανάπτυξη µιας ενιαίας ενεργειακής στρατηγικής και σχεδίου δράσης, στοιχεία απαραίτητα για την ...
2018
Η προσέγγισή μας στο έργο του Rousseau έγινε κυρίως με βάση το άνοιγμα που πραγματοποίησε η φιλοσοφία του 20ου αιώνα σε έννοιες όπως το βίωμα, το συναίσθημα, η εμπειρία, η υπέρβαση και η συνείδηση. Αυτές οι έννοιες μεταξύ άλλων, που ανέδειξε κυρίως η φιλοσοφία της υπάρξεως, βρίσκονταν σε μεγάλο βαθμό ήδη στα κείμενα του Rousseau και έδιναν τη δυνατότητα για μια εξέταση της φιλοσοφίας του από τη σκοπιά του υποκειμένου. Στη διατριβή επιχειρούμε να δείξουμε πως το έργο του δεν μπορεί να νοηθεί χωριστά από καταστάσεις που προάγουν μια ιδιαίτερη φιλοσοφική εμπειρία, όπως εκείνη της ονειροπόλησης, και από την ανάγκη του για μια ελεύθερη και μη συστηματική γραφή, που θα μπορούσε να επηρεάσει τοπνεύμα της εποχής του προς μια άλλη κατεύθυνση από την υλιστικά προσανατολισμένη που έβλεπε ήδη να επικρατεί. Στην εισαγωγή παρατηρούμε πώς διαφοροποιείται ο Rousseau από τους συγκαιρινούς του φιλοσόφους λόγω της έμφασης που δίνει σε μια ισχυρή εσωτερική αλήθεια σε αντίθεση με μια μηχανιστική ερμηνεία του ανθρώπου. Η συνέχεια της διατριβής αποτελείται από δύο κύρια μέρη, με το πρώτο να επικεντρώνεται στην έρευνα της ανθρώπινης φύσης μέσα από τη συνείδηση, την ιδιοσυγκρασία, την εσωτερικότητα και τα «λελογισμένα» πάθη. Τονίζεται η διάκριση της αγάπης του εαυτού, που εξακολουθεί να υπάρχει ως φυσικό πάθος στον άνθρωπο, από την εγωιστική φιλαυτία, δηλαδή την αρνητική μετάλλαξή της, και υπογραμμίζεται ο καθοριστικός ρόλος του οίκτου, δεύτερου φυσικού πάθους του ανθρώπου,καθοριστικού για τη δημιουργία κοινωνιών. Στο δεύτερο μέρος της διατριβής εξετάζονται οι παράμετροι των σχέσεων που δημιουργούνται ανάμεσα στον εαυτό και την πραγματικότητα, φυσική και κοινωνική. Επιχειρείται να αναδειχθεί η δυνατότητα μιας αυθεντικής σύνδεσης του ανθρώπου με το περιβάλλον του, αφορμώμενης από μια εσωτερική ανάγκη και σύμφυτης με τη συνολική ανάπτυξη της προσωπικότητας. Η «επιθυμία του φαίνεσθαι» (désir de paraître) υπονομεύει όμως την αυθεντική επαφή με τα πράγματα και τους ανθρώπους. Ο Rousseau φαίνεται να αντλεί έμπνευση περισσότερο από τις εμπειρίες του, καθώς εκείνες του δίνουν το κίνητρο να γράψει, ενώ επεξεργάζεται τις πολυάριθμες κριτικές που δέχτηκε με τέτοιο αιχμηρό τρόπο, ώστε να δίνει ολοένα και πιο προσωπική κατεύθυνση στο έργο του. Από την αρχή του έργου φανερώνει την πρόθεσή του να ανιχνεύσει τις δυνατότητες του ανθρώπου όπως εκείνες βρίσκονται μέσα του κρυμμένες καιπεριθωριοποιημένες. Παίρνει μια τολμηρή στάση απέναντι στην ιστορία και στην κοινωνία, γιατί θέλει να αναδείξει το γεγονός ότι ο άνθρωπος μπορεί να ακολουθήσει τις καλύτερες αρχές του εαυτού του, οι οποίες σύμφωνα με εκείνον είναι φυσικές αρχές. Θεωρεί τον άνθρωπο φυσικά καλό και τον αντιτάσσει στον κοινωνικό εαυτό, που έχει λησμονήσει τις αρετές του αντικαθιστώντας τις με εκείνες που προβάλλει μια ματαιόδοξη φιλαυτία. Έτσι καταλήγει στον Αιμίλιο να υποστηρίξει μια αγωγή αποκομμένη απ’ ό,τι μπορεί να διαστρέψει τη φύση, η οποία για να παραμείνει καλή οφείλει να οδηγείται από την άμεση επαφή με την πραγματικότητα και από τη φωνή της συνείδησης που δεν είναι άλλη από εκείνη που η φύση τον έχει προικίσει. Η ιδιοτυπία του Rousseau εντοπίζεται τόσο σε μια ελεύθερη σχέση με τον χρόνο -είναι συχνές οι αναφορές του σε στιγμές ανάπαυλας και σε μια παντελή έλλειψη καταναγκασμού- όσο και στη στοργική μνήμη που βασίζεται στα συναισθήματά του. Μέσα από την ανάλυση των κειμένων του διαπιστώνουμε ότι σύμφωνα με τον Rousseau ο άνθρωπος ολοκληρώνεται μόνον όταν καθίσταται δυνατή μια βιωματική επαφή του εαυτού και της πραγματικότητας, βασισμένη στην καλοσύνη και την αυθεντικότητα. Μελετώνται ακόμη οι όροι υπό τους οποίους θεωρεί ο Rousseau δυνατή μια διαφορετική κοινωνία, υποστηρίζεται η αλληλουχία της ζωής και της σκέψης του, καθώς και ο καθοριστικός ρόλος τόσο του «απρόοπτου» όσο και της ονειροπόλησης στη διαμόρφωσή της. Πέρα από την ερμηνεία όψεων της πολύπλευρης σκέψης του Rousseau, επιχειρείται να καταστεί εμφανής η επικαιρότητα της σκέψης του και το ενδιαφέρον της για μια ώθηση της φιλοσοφίας προς τη σφαιρικότερη γνώση του εαυτού και της πραγματικότητας και την κατανόηση των παθών του ανθρώπου, αντιπαραθέτοντας στα κακώς κείμενα μια ύπαρξη που ζει και ονειρεύεται, που γράφει και δημιουργεί. Our approach to Rousseau’s work was based at the opening of the philosophy of 20th century to notions like lived experience, sentiment, experience, transcendence and consciousness. These notions, which among others, were given prominence mainly by the philosophy of existence, were already to a large extent in the texts of Rousseau and were providing the possibility of an examination of his philosophy from the point of view of the subject. In the dissertation we try to point out that his work cannot be understood without taking into account situations that promote a special philosophical experience, like that of reverie, and from his need for a free and non systematic writing, that could influence the spirit of his era towards another direction from the materialistic orientation that he was seeing already prevailing. In the introduction we notice how Rousseau is differentiated from contemporary philosophers, because of the emphasis he gives to a powerful internal truth contrary to a mechanistic interpretation of the human. The rest of the dissertation is composed of two parts, with the first focusing on the research of human nature through consciousness,idiosyncrasy, interiority and “reasonable” passions. We highlight the distinction between love-of-oneself, that continues to exist as a natural passion inside human, and the egoistic self-love, that is to say its negative transmutation, as well as we note the determinant part of pity, the second natural human passion, determinant for the creation of societies. In the second part of the dissertation the parameters of the relations that are created between the self and the reality, natural and social, are examined. There is an attempt to point out the possibility of an authentic bond between the human and its environment, induced by an internal need and inherent with the entire development of the personality. But the “desire to appear” (désir de paraître) undermines the authentic contact with things and humans. Rousseau seems to be inspired more from his experiences, since they motivate him to write, while he elaborates the numerous critics he has received in such a poignant way, that he gives a more personal direction to his work. From the start of his work he makes clear his intention to trace the possibilities of the human such as they are found inside him hidden and marginalized. He takes a bold stance towards history and society, because he wants to point out the fact that the human can follow the best principles of his self, which according to him are natural principles. He considers the human naturally good and he opposes him to the social self, who has forgotten his virtues replacing them with the ones that a vain self-love projects. Thus he ends up supporting in Emile an education cut off from whatever can distort the nature, which in order to remain good should be conducted by the direct contact with the reality and the voice of consciousness, which is not any other than the one that nature has granted him. The specificity of Rousseau is located to a particular extent in his free relation with time –his references to moments of rest and to a total lack of compulsion are often- as long as in his affectionate memory which is based on his sentiments. Through the analysis of his texts we note that according to Rousseau the human is complete only when a lived contact with the self and the reality is made possible, one that is based on goodness and authenticity. The conditions under which Rousseau considers possible a different society are also studied, the coherence of his life and his thought is asserted, as well as the determinant part that the “hazard” and the reverie are playing in the formation of his thought. Beyond the interpretation of the multisided thought of Rousseau, it is attempted to make clear the actuality of his thought and its interest to motivate philosophy towards a more comprehensive knowledge of the self and of the reality and of the understanding of the human passions, confronting the existing faults with an existence who lives and dreams, who writes and creates.
2009
Σε μία εποχή όπου η πολιτική αρετή θεωρείται δεδομένη, χωρίς όμως να είναι, ενώ η ηθική αρετή έχει αποδεσμευτεί από κάθε πολιτική χροιά, είναι επιτακτική η ανάγκη να ιδωθεί ο πολίτης υπό το πρίσμα μιας ηθικής και πολιτικής αρετολογίας. Σε συνέχεια του παραπάνω προβληματισμού, η παρούσα μεταπτυχιακή εργασία «Ηθική και πολιτική αρετολογία στη Σοφόκλεια Αντιγόνη» επιχειρεί να ερμηνεύσει γνωρίσματα ηθικής και πολιτικής αρετολογίας μέσα από την τόσο γνωστή αρχαία ελληνική τραγωδία. Λαμβάνοντας υπόψη την Αριστοτέλεια φιλοσοφία, η εργασία διερευνά τις συνθήκες κάτω από τις οποίες συγκρούονται ηθική και πολιτική μέσα στην «Αντιγόνη». Επιπλέον, η εργασία αποτελεί απόπειρα προσέγγισης του βαθμού στον οποίο το ένα (ηθική) θα μπορούσε να συμπληρώνει το άλλο (πολιτική), προκειμένου να καταστήσουν «σπουδαίο» άρχοντα έναν «αγαθό» άνθρωπο-πολίτη.
1994
ΝΑΕΡΗ NADP"' Ουλακοειδής Μεμβράνη Σχήμα 2.1 Διευθέτηση των υπερμοριακών πρωτεϊνικών συμπλοκών στη θυλακοειδή μεμβράνη. Φαίνονται τα φωτοσυστήματα Ι (ΦΣ Ι) και II (ΦΣ II), το σύμπλεγμα κυτοχρώματος bß/f, καθώς και η διαλυτή πρωτεΐνη πλαστοκυανίνη (PC). Τα βέλη δείχνουν την φωτοεπαγώμενη ροή ηλεκτρονίων (από Anderson 1987).
Emotional intelligence (EI) is most commonly measured using the self report and the ability or performance methods. It is assumed that the former reflects the perceived and the latter the actual EI of the individual. The two measures are conceived as complementary rather than contradictory definitions of this construct. This study aimed to compare the two EI measures and examine their relationship in adolescence. Secondly, it aimed at investigating how perceived and actual EI is related to grade, gender, school performance and verbal ability, within this age span. 248 adolescents (aged 12 to 16) were tested with a self-report measure of EI and a measure of the ability to understand other people's emotions. No significant relations were found between them. Few significant grade and gender differences were found in the former but not in the latter EI measure. Interestingly, the perceived (but not the actual) EI was found to be a significant predictor of adolescents' school performance, along with the verbal ability.
2008
ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ Η αντιμετώπιση της αριστοφανικής αισχρολογίας όχι απλώς ως ενός παραδοσιακού στοιχείου της Αρχαίας Κωμωδίας που συνδέεται με την καταγωγή της, αλλά ως δραματουργικού στοιχείου που σχετίζεται με την πλοκή και λειτουργεί αποκαλυπτικά για τον χαρακτήρα των δραματικών προσώπων, εδραιώθηκε κυρίως με το βιβλίο της T. M. De Wit-Τak «Lysistrata»:Vrede, Vrouw en Obsceniteit bij Aristophanes το 1967 1 και την επόμενη χρονιά με το άρθρο της «The function of obscenity in Aristophanes' Thesmophoriazusae and Ecclesiazusae» 2. Ενδεικτικό της απήχησης των απόψεων αυτών είναι ότι το 1973 ο V. Marston, στην διατριβή του Aristophanes' Use of Obscenity, τις εφαρμόζει και τις επιβεβαιώνει στους Αχ., τους Ιππ., τους Όρν., τους Βατρ. και τον Πλ. (98-101). Το 1975 εκδόθηκε η μελέτη του J. Henderson Maculate Muse 3 , η οποία, έπειτα και από την επανέκδοσή της το 1991, παραμένει το βασικό εγχειρίδιο για την αισχρολογία στον Αρ. και την Αρχαία Κωμωδία γενικότερα. Ο Henderson ανιχνεύει την προέλευση της αισχρολογίας στον ιωνικό Ίαμβο και στις τελετές που ήταν αφιερωμένες στον Διόνυσο και την Δήμητρα (13-20). Διαχωρίζει την αισχρολογία από την πορνογραφία και πιστεύει πως η ευχαρίστηση για τους θεατές πήγαζε από την έκθεση στο όνειδος δραματικών ή εξωδραματικών προσώπων, συνεπώς εμπεριέχει ένα είδος επιθετικότητας, την οποία άλλωστε εκφράζει, αλλά δίχως φυσική βία (7-12). Είναι ο πρώτος που συντάσσει τυπολογία της αισχρολογίας (30-55). Υιοθετώντας τις αρχές της Wit-Τak 1 Bλ. αγγλική περίληψη του βιβλίου, §III.3 2 Παλαιότερα οι μελετητές είχαν εστιάσει το ενδιαφέρον τους στην διερεύνηση της αισχρολογίας ως στοιχείου που θα αποκάλυπτε την σχέση της Αρχαίας Κωμωδίας με θρησκευτικές τελετουργίες και με την Δωρική Φάρσα ή την Μεγαρική Κωμωδία. Βλ. F. M.
HAL (Le Centre pour la Communication Scientifique Directe), 1999
2006
Δελτίον Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας, 2011
2015
Η παρούσα μεταπτυχιακή εργασία παρουσιάζει τις καντιανές θέσεις για το περιεχόμενο του ύψιστου αγαθού και τον τρόπο επίτευξής του ως ηθικής κοινότητας από το ανθρώπινο γένος παρακολουθώντας τα στάδια της ιστορικής εξέλιξής του. Αρχικά, εξετάζει με ποιον τρόπο αναπτύσσεται στην ιστορία η ηθική προδιάθεση μέσω της αντικοινωνικής κοινωνικότητας και εν συνεχεία, πώς το ρεπουμπλικανικό κράτος θέτει σε κίνηση διαδικασίες ηθικού μετασχηματισμού των πολιτών του, οι οποίες είναι απαραίτητες για τη θέσπιση του ύψιστου ηθικού αγαθού. Τέλος, διερευνά αν η ηθική κοινότητα συνιστά ένα εμμενές ή υπερβατικό ιδεώδες της καντιανής φιλοσοφίας.
Πρακτικά Συνεδρίων
Στην τρέχουσα δεκαετία της έκρηξης των ψηφιακών ανθρωπιστικών και κοινωνικών σπουδών συντελούνται σημαντικά βήματα για την εδραίωση του συγκεκριμένου το-ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΣΥΝΕΔΡΙΩΝ Α Θ Α Ν Α Σ Ι ΟΣ Κ Α ΡΑ Σ ΙΜ ΟΣ κ .ά. ΑΠΟ ΤΟ DARIAH-GR/ΔΥΑΣ ΣΤΟ PARTHENOS-EU 1. Η τελευταία επίσκεψη σε όλους τους ψηφιακούς πόρους του παρόντος κειμένου πραγματοποιήθηκε στις 30 Ιανουαρίου 2023.
2020
Οι Αλυκές της Αναβύσσου έχουν αποτελέσει κρίσιμο σημείο στην ιστορία της περιοχής και θέμα διαλόγου τις τελευταίες δεκαετίες, υπό το πρίσμα μιας ενδεχόμενης αξιοποίησης της έκτασής τους. Ερευνώνται οι ανάγκες και η φυσιογνωμία της περιοχής της Αναβύσσου που τις φιλοξενεί, σαν κομμάτι του παραλιακού μετώπου, τμήμα του Δήμου Σαρωνικού αλλά και σαν αυτοτελής και ανεξάρτητη κοινότητα. Οι προτάσεις που έχουν γίνει για τις Αλυκές παρουσιάζονται και αξιολογούνται με κριτήρια που απορρέουν από τις αρχές της βιωσιμότητας και της ανθεκτικότητας. Εξετάζονται ως προς την συνεισφορά τους στην κάλυψη των αναγκών της Αναβύσσου αλλά και ως προς τις ευρύτερες επιπτώσεις τους, στην κοινωνία και το περιβάλλον της περιοχής.
2021
Το διττό ερώτημα που βρίσκεται στη βάση του προβληματισμού της παρούσας διδακτορικής διατριβής διαφαίνεται ήδη από τον τίτλο της. Προς διερεύνηση τίθενται η ποιητική θεωρία του Γιάννη Μ. Αποστολάκη (1886-1947), του πρώτου καθηγητή στην έδρα της «Νεώτερης Ελληνικής Φιλολογίας» του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, της οποίας οι βασικές θέσεις είναι εγκατεσπαρμένες σε πολλά σημεία των κειμένων του, καθώς και η εφαρμογή αυτής της θεωρίας, ώστε να κριθούν ποιητικά έργα αλλά και κριτικές προσεγγίσεις των συγκεκριμένων ποιητικών έργων. Ως προέκταση της βασικής υπόθεσης εργασίας τίθεται και η διακρίβωση ορισμένων ιχνών της κριτικής πρόσληψης των θέσεων του Αποστολάκη, καθώς και πλευρές της καθηγεσίας του, ώστε να προσεγγιστεί επαρκέστερα ο θεωρητικός λόγος και η κριτική του πρακτική. Το χρονικό άνυσμα της εργασίας εκκινεί από τα πρώιμα κείμενα στον Νουμά (1904) και φτάνει ως το 2019 με την αφιέρωση στο πρόσωπό του της Ημερίδας από το Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων υπό τον κύκλο «Πρόσωπα άξια τιμή...
Zenodo (CERN European Organization for Nuclear Research), 2020
Αρχοντικό Τσιατσιαπά στην Καστοριά, τοιχογραφία µε απεικόνιση πόλης Το παρόν έργο πνευματικής ιδιοκτησίας προστατεύεται κατά τις διατάξεις του ελληνικού νόμου (Ν. 2121/1993 όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει σήμερα) και τις διεθνείς συμβάσεις περί πνευματικής ιδιοκτησίας. Απαγορεύεται απολύτως η άνευ γραπτής άδειας του εκδότη και του συγγραφέα κατά οποιοδήποτε τρόπο ή μέσο αντιγραφή, φωτοανατύπωση και εν γένει αναπαραγωγή, εκμίσθωση ή δανεισμός, μετάφραση, διασκευή, αναμετάδοση στο κοινό σε οποιαδήποτε μορφή (ηλεκτρονική, μηχανική ή άλλη) και η εν γένει εκμετάλλευση του συνόλου ή μέρους του έργου.
Loading Preview
Sorry, preview is currently unavailable. You can download the paper by clicking the button above.