Academia.edu no longer supports Internet Explorer.
To browse Academia.edu and the wider internet faster and more securely, please take a few seconds to upgrade your browser.
2016, Το Βήμα της Κυριακής
Μια ρωμαλέα ποιητική φωνή Η Αθηνά Βογιατζόγλου αναδεικνύει για πρώτη φορά με πληρότητα τη συγκινητική ιστορία του Γιώργου Κοτζιούλα, ενός ποιητή που δεν έχει πάρει τη θέση που του αξίζει στην ιστορία της λογοτεχνίας μας ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ: 26/06/2016 05:45 παιδεία βιβλία celebrities υγεία + fitness media περιβάλλον ταξίδι αλληλεγγύ
2021
Το διττό ερώτημα που βρίσκεται στη βάση του προβληματισμού της παρούσας διδακτορικής διατριβής διαφαίνεται ήδη από τον τίτλο της. Προς διερεύνηση τίθενται η ποιητική θεωρία του Γιάννη Μ. Αποστολάκη (1886-1947), του πρώτου καθηγητή στην έδρα της «Νεώτερης Ελληνικής Φιλολογίας» του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, της οποίας οι βασικές θέσεις είναι εγκατεσπαρμένες σε πολλά σημεία των κειμένων του, καθώς και η εφαρμογή αυτής της θεωρίας, ώστε να κριθούν ποιητικά έργα αλλά και κριτικές προσεγγίσεις των συγκεκριμένων ποιητικών έργων. Ως προέκταση της βασικής υπόθεσης εργασίας τίθεται και η διακρίβωση ορισμένων ιχνών της κριτικής πρόσληψης των θέσεων του Αποστολάκη, καθώς και πλευρές της καθηγεσίας του, ώστε να προσεγγιστεί επαρκέστερα ο θεωρητικός λόγος και η κριτική του πρακτική. Το χρονικό άνυσμα της εργασίας εκκινεί από τα πρώιμα κείμενα στον Νουμά (1904) και φτάνει ως το 2019 με την αφιέρωση στο πρόσωπό του της Ημερίδας από το Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων υπό τον κύκλο «Πρόσωπα άξια τιμή...
Ελληνική Φιλοσοφική Επιθεώρηση, 1988
2006
2018
Η προσέγγισή μας στο έργο του Rousseau έγινε κυρίως με βάση το άνοιγμα που πραγματοποίησε η φιλοσοφία του 20ου αιώνα σε έννοιες όπως το βίωμα, το συναίσθημα, η εμπειρία, η υπέρβαση και η συνείδηση. Αυτές οι έννοιες μεταξύ άλλων, που ανέδειξε κυρίως η φιλοσοφία της υπάρξεως, βρίσκονταν σε μεγάλο βαθμό ήδη στα κείμενα του Rousseau και έδιναν τη δυνατότητα για μια εξέταση της φιλοσοφίας του από τη σκοπιά του υποκειμένου. Στη διατριβή επιχειρούμε να δείξουμε πως το έργο του δεν μπορεί να νοηθεί χωριστά από καταστάσεις που προάγουν μια ιδιαίτερη φιλοσοφική εμπειρία, όπως εκείνη της ονειροπόλησης, και από την ανάγκη του για μια ελεύθερη και μη συστηματική γραφή, που θα μπορούσε να επηρεάσει τοπνεύμα της εποχής του προς μια άλλη κατεύθυνση από την υλιστικά προσανατολισμένη που έβλεπε ήδη να επικρατεί. Στην εισαγωγή παρατηρούμε πώς διαφοροποιείται ο Rousseau από τους συγκαιρινούς του φιλοσόφους λόγω της έμφασης που δίνει σε μια ισχυρή εσωτερική αλήθεια σε αντίθεση με μια μηχανιστική ερμηνεία του ανθρώπου. Η συνέχεια της διατριβής αποτελείται από δύο κύρια μέρη, με το πρώτο να επικεντρώνεται στην έρευνα της ανθρώπινης φύσης μέσα από τη συνείδηση, την ιδιοσυγκρασία, την εσωτερικότητα και τα «λελογισμένα» πάθη. Τονίζεται η διάκριση της αγάπης του εαυτού, που εξακολουθεί να υπάρχει ως φυσικό πάθος στον άνθρωπο, από την εγωιστική φιλαυτία, δηλαδή την αρνητική μετάλλαξή της, και υπογραμμίζεται ο καθοριστικός ρόλος του οίκτου, δεύτερου φυσικού πάθους του ανθρώπου,καθοριστικού για τη δημιουργία κοινωνιών. Στο δεύτερο μέρος της διατριβής εξετάζονται οι παράμετροι των σχέσεων που δημιουργούνται ανάμεσα στον εαυτό και την πραγματικότητα, φυσική και κοινωνική. Επιχειρείται να αναδειχθεί η δυνατότητα μιας αυθεντικής σύνδεσης του ανθρώπου με το περιβάλλον του, αφορμώμενης από μια εσωτερική ανάγκη και σύμφυτης με τη συνολική ανάπτυξη της προσωπικότητας. Η «επιθυμία του φαίνεσθαι» (désir de paraître) υπονομεύει όμως την αυθεντική επαφή με τα πράγματα και τους ανθρώπους. Ο Rousseau φαίνεται να αντλεί έμπνευση περισσότερο από τις εμπειρίες του, καθώς εκείνες του δίνουν το κίνητρο να γράψει, ενώ επεξεργάζεται τις πολυάριθμες κριτικές που δέχτηκε με τέτοιο αιχμηρό τρόπο, ώστε να δίνει ολοένα και πιο προσωπική κατεύθυνση στο έργο του. Από την αρχή του έργου φανερώνει την πρόθεσή του να ανιχνεύσει τις δυνατότητες του ανθρώπου όπως εκείνες βρίσκονται μέσα του κρυμμένες καιπεριθωριοποιημένες. Παίρνει μια τολμηρή στάση απέναντι στην ιστορία και στην κοινωνία, γιατί θέλει να αναδείξει το γεγονός ότι ο άνθρωπος μπορεί να ακολουθήσει τις καλύτερες αρχές του εαυτού του, οι οποίες σύμφωνα με εκείνον είναι φυσικές αρχές. Θεωρεί τον άνθρωπο φυσικά καλό και τον αντιτάσσει στον κοινωνικό εαυτό, που έχει λησμονήσει τις αρετές του αντικαθιστώντας τις με εκείνες που προβάλλει μια ματαιόδοξη φιλαυτία. Έτσι καταλήγει στον Αιμίλιο να υποστηρίξει μια αγωγή αποκομμένη απ’ ό,τι μπορεί να διαστρέψει τη φύση, η οποία για να παραμείνει καλή οφείλει να οδηγείται από την άμεση επαφή με την πραγματικότητα και από τη φωνή της συνείδησης που δεν είναι άλλη από εκείνη που η φύση τον έχει προικίσει. Η ιδιοτυπία του Rousseau εντοπίζεται τόσο σε μια ελεύθερη σχέση με τον χρόνο -είναι συχνές οι αναφορές του σε στιγμές ανάπαυλας και σε μια παντελή έλλειψη καταναγκασμού- όσο και στη στοργική μνήμη που βασίζεται στα συναισθήματά του. Μέσα από την ανάλυση των κειμένων του διαπιστώνουμε ότι σύμφωνα με τον Rousseau ο άνθρωπος ολοκληρώνεται μόνον όταν καθίσταται δυνατή μια βιωματική επαφή του εαυτού και της πραγματικότητας, βασισμένη στην καλοσύνη και την αυθεντικότητα. Μελετώνται ακόμη οι όροι υπό τους οποίους θεωρεί ο Rousseau δυνατή μια διαφορετική κοινωνία, υποστηρίζεται η αλληλουχία της ζωής και της σκέψης του, καθώς και ο καθοριστικός ρόλος τόσο του «απρόοπτου» όσο και της ονειροπόλησης στη διαμόρφωσή της. Πέρα από την ερμηνεία όψεων της πολύπλευρης σκέψης του Rousseau, επιχειρείται να καταστεί εμφανής η επικαιρότητα της σκέψης του και το ενδιαφέρον της για μια ώθηση της φιλοσοφίας προς τη σφαιρικότερη γνώση του εαυτού και της πραγματικότητας και την κατανόηση των παθών του ανθρώπου, αντιπαραθέτοντας στα κακώς κείμενα μια ύπαρξη που ζει και ονειρεύεται, που γράφει και δημιουργεί. Our approach to Rousseau’s work was based at the opening of the philosophy of 20th century to notions like lived experience, sentiment, experience, transcendence and consciousness. These notions, which among others, were given prominence mainly by the philosophy of existence, were already to a large extent in the texts of Rousseau and were providing the possibility of an examination of his philosophy from the point of view of the subject. In the dissertation we try to point out that his work cannot be understood without taking into account situations that promote a special philosophical experience, like that of reverie, and from his need for a free and non systematic writing, that could influence the spirit of his era towards another direction from the materialistic orientation that he was seeing already prevailing. In the introduction we notice how Rousseau is differentiated from contemporary philosophers, because of the emphasis he gives to a powerful internal truth contrary to a mechanistic interpretation of the human. The rest of the dissertation is composed of two parts, with the first focusing on the research of human nature through consciousness,idiosyncrasy, interiority and “reasonable” passions. We highlight the distinction between love-of-oneself, that continues to exist as a natural passion inside human, and the egoistic self-love, that is to say its negative transmutation, as well as we note the determinant part of pity, the second natural human passion, determinant for the creation of societies. In the second part of the dissertation the parameters of the relations that are created between the self and the reality, natural and social, are examined. There is an attempt to point out the possibility of an authentic bond between the human and its environment, induced by an internal need and inherent with the entire development of the personality. But the “desire to appear” (désir de paraître) undermines the authentic contact with things and humans. Rousseau seems to be inspired more from his experiences, since they motivate him to write, while he elaborates the numerous critics he has received in such a poignant way, that he gives a more personal direction to his work. From the start of his work he makes clear his intention to trace the possibilities of the human such as they are found inside him hidden and marginalized. He takes a bold stance towards history and society, because he wants to point out the fact that the human can follow the best principles of his self, which according to him are natural principles. He considers the human naturally good and he opposes him to the social self, who has forgotten his virtues replacing them with the ones that a vain self-love projects. Thus he ends up supporting in Emile an education cut off from whatever can distort the nature, which in order to remain good should be conducted by the direct contact with the reality and the voice of consciousness, which is not any other than the one that nature has granted him. The specificity of Rousseau is located to a particular extent in his free relation with time –his references to moments of rest and to a total lack of compulsion are often- as long as in his affectionate memory which is based on his sentiments. Through the analysis of his texts we note that according to Rousseau the human is complete only when a lived contact with the self and the reality is made possible, one that is based on goodness and authenticity. The conditions under which Rousseau considers possible a different society are also studied, the coherence of his life and his thought is asserted, as well as the determinant part that the “hazard” and the reverie are playing in the formation of his thought. Beyond the interpretation of the multisided thought of Rousseau, it is attempted to make clear the actuality of his thought and its interest to motivate philosophy towards a more comprehensive knowledge of the self and of the reality and of the understanding of the human passions, confronting the existing faults with an existence who lives and dreams, who writes and creates.
Πρακτικά Συνεδρίων
Στην τρέχουσα δεκαετία της έκρηξης των ψηφιακών ανθρωπιστικών και κοινωνικών σπουδών συντελούνται σημαντικά βήματα για την εδραίωση του συγκεκριμένου το-ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΣΥΝΕΔΡΙΩΝ Α Θ Α Ν Α Σ Ι ΟΣ Κ Α ΡΑ Σ ΙΜ ΟΣ κ .ά. ΑΠΟ ΤΟ DARIAH-GR/ΔΥΑΣ ΣΤΟ PARTHENOS-EU 1. Η τελευταία επίσκεψη σε όλους τους ψηφιακούς πόρους του παρόντος κειμένου πραγματοποιήθηκε στις 30 Ιανουαρίου 2023.
Zenodo (CERN European Organization for Nuclear Research), 2022
The 1970s has been a period of adjustment for Greek society (dictatorship, loss of half of Cyprus, economic hardship). The New Greek Cinema matured in this social context, while the Old Greek Cinema showed the biggest decline since its appearance. In the following essay, we will refer to the conditions under which the New Greek Cinema was formed. Next, we will present the developments that took place in the field of Greek cinema and the main differences between Old and New Greek Cinema. Finally, we will refer to the role of the most important directors of the period and we will analyze the film "Representation" by Th. Angelopoulos.
2013
Οι ρίζες της σχέσης γλώσσας και μουσικής ανάγονται στην ιστορική περίοδο της Αρχαίας Ελλάδας, στην οποία στο πλαίσιο της θεωρίας της μίμησης η μουσική θεωρείτο μιμητική τέχνη, δηλαδή είχε την ικανότητα να μιμείται την πραγματικότητα, εφόσον συνέπραττε με τη γλώσσα που είχε την προτεραιότητα και μάλιστα δυνάμωνε τη μιμητική ικανότητά της.Η αντίληψη αυτή ίσχυσε και σε όλο το Μεσαίωνα και ακόμη έντονα στον 17ο αιώνα, ενώ από το τέλος του 18ου αιώνα άρχισε να ατονεί. Η εργασία αυτή εξετάζει τη σχέση μουσικής και γλώσσας μέσα σε αυτό το χρονικό πλαίσιο, το οποίο αποτελεί μία μεταβατική περίοδο στη σχέση των δύο τεχνών. Κατά την περίοδο αυτή η ανάπτυξη της οργανικής μουσικής οδήγησε στην ανεξαρτητοποίηση της μουσικής από τη γλώσσα και η σχέση μουσικής και γλώσσας άρχισε να υφίσταται περισσότερο στη μορφή της προγραμματικής μουσικής και του συμφωνικού ποιήματος. Η αλλαγή αυτή στη σχέση γλώσσας και μουσικής προετοιμάστηκε και εκφράστηκε με τις αντιλήψεις του Γκ. Φρ. Χέγκελ στις αρχές του 19...
2017
Στόχος της διατριβής είναι η ανάδειξη της έννοιας του ανοίκειου ως επίκεντρου της κινηματογραφικής ποιητικής του Andrei Tarkovsky. Μέσα από τη λεπτομερή ανάλυση παραδειγματικών σκηνών από το έργο του σκηνοθέτη διερευνώνται οι τρόποι με τους οποίους η χρήση συγκεκριμένων κινηματογραφικών μηχανισμών δίνει τη δυνατότητα σε ορισμένα τυπικά χαρακτηριστικά του ανοίκειου να λάβουν χωρική έκφραση. Εξετάζοντας τη φροϋδική έννοια του ανοίκειου μέσα από το πρίσμα της ανοικείωσης των Ρώσων φορμαλιστών και της μεταγενέστερης νεοφορμαλιστικής κινηματογραφικής θεωρίας, η μέθοδος που ακολουθεί η προκειμένη έρευνα για την ανάλυση των ταινιών του Tarkovsky εστιάζει στη συστηματική εξέταση των ενδοκινηματογραφικών/μορφολογικών στοιχείων που τις συγκροτούν. Μέσω της ανάλυσης συγκεκριμένων κινηματογραφικών τεχνικών που αφορούν στην αφήγηση και στο στιλ των προς ανάλυση ταινιών, εντοπίζονται οι μηχανισμοί εκείνοι που λειτουργούν ως φορείς ανοικείωσης. Σύμφωνα με τους μηχανισμούς αυτούς περιγράφονται οκτώ διαφορετικές χωρικότητες που παράγουν την αίσθηση του ανοίκειου και βάσει αυτών εξετάζονται οι πέντε τελευταίες ταινίες του Andrei Tarkovsky: Solaris (1972), Καθρέπτης (1975) , Stalker (1979), Νοσταλγία (1983) και Θυσία (1986). Συνδυάζοντας στοιχεία από τη ρεαλιστική κινηματογραφική θεωρία με θέσεις από τον πρώιμο ρώσικο φορμαλισμό και τους σοβιετικούς θεωρητικούς του μοντάζ (κυρίως το έργο του Sergei Eisenstein), υποστηρίζεται ότι ο Tarkovsky υιοθετεί μια ανοίκεια φιλμική γραφή, η οποία από τη μια μεριά φέρει σημαντικές δομικές ομοιότητες με τους φροϋδικούς μηχανισμούς του ονείρου και από την άλλη μεριά στοχεύει στην ακριβή κινηματογραφική απόδοση της πραγματικότητας. Μιας κινηματογραφικής απόδοσης που δεν θεωρεί όμως την πραγματικότητα ως κάτι δεδομένο, αλλά ως κάτι που είναι οικείο και ταυτόχρονα ξένο. Το έργο του Tarkovsky διανοίγει νέες πιθανότητες για τον κινηματογραφικό ρεαλισμό και κατ' επέκταση προτείνει καινούργιους τρόπους αναπαράστασης της πραγματικότητας. Έτσι, μέσα από την ανοικείωση των παγιωμένων τρόπων αντίληψης της υλικής πραγματικότητας, αναδιαμορφώνεται τελικά και η σχέση του θεατή με το πραγματικό.
Επιστήμη και Κοινωνία: Επιθεώρηση Πολιτικής και Ηθικής Θεωρίας, 2016
Παιδαγωγική Επιθεώρηση, 2006
Ένα από τα πιο κλασικά τεστ της αρχαίας, τραγικής μας ποίησης διδάσκεται μέσα από το βιβλίο της Γλώσσας στην Στ ́ τάξη του Δημοτικού Σχολείου. Η εξάλειψη της κεντρικής του έννοιας, η αδύναμη μετάφραση καθώς και η λανθασμένη ερμηνεία του κειμένου στο Βιβλίο του Δασκάλου αλλάζουν δραματικά τις σκέψεις του ποιητή και τις κάνουν να μοιάζουν με καινοτόμες ιδεολογικές απόψεις που κατακλύζονται από το ανθρωπολογικό ήθος κυριαρχίας. πάνω στη φύση και μη οικολογικά στερεότυπα. Σε αυτό το έργο παρουσιάζεται μια διαφορετική προσέγγιση. Το κείμενο αποκαθιστά τη σκέψη του ποιητή και τονίζει τις γόνιμες ιδέες και την επικαιρότητά της σε σχέση με προβλήματα τεχνικής, γνώσης του ανθρώπου και οικολογίας. Αυτή η ανάλυση θα πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη, ενόψει της συγγραφής του νέου Βιβλίου Μαθητή.
Διδακτορική Διατριβή [Doctaral thesis], Πάντειο Πανεπιστήμιο , 1997
his thesis is concerned the social construction and culture of special social pockets that clustered on the urban fringe around activities of prostitution and leisure in the first half of the 20th century. This area of study is explored from the perspective of interpretive sociology and cultural anthropology based on the ethnographic example of the Lakkos, a space of differentiated social organization associated with a value system and codes of behaviour that deviate from the conventional norms of respectable society. The study explores scattered traces of urban popular culture and presents a local version of the rebetiko in a city for which are no reports of the existence of such subcultural formations. The social world of Lakkos is constituted in a particular socio-historical context, in a time when Heraklion is changing, its social organisation is transforming and the patterns of cultural behaviour and social relations are changing. The factual material on which the interpretive schemes of the study are structured comes from field research in Heraklion, Crete from March 1993 to June 1995 and consists of biographies (life stories of elderly people who were involved in the activities of the pit in the past), ethnographic observations, historiographic material, unedited texts from newspapers and magazines of the time and information from archival sources. The analysis focuses on biographical discourse and the way subjects negotiate their social conditions of existence. The biographical flashbacks, memories of subjects imbued with present purposes, are analyzed as narrative practises that constitute a social poetics for the world of Lakkos. Within the historiographical axis, unedited written sources are analyzed, the attitudes of the state apparatus and scholarly judgements on the idiosyncratic social pocket are investigated and an attempt is made to reconstruct the temporal transformation of the city in a period of rapid changes (the constructions Autonomous Crete State, the arrival of Asia Minor refuges, etc.). Περίληψη στα Ελληνικά Η διατριβή αυτή αφορά την κοινωνική συγκρότηση και το πολιτισμικό περιεχόμενο ιδιαίτερων κοινωνικών νησίδων που συστήνονται στις παρυφές της πόλης γύρω από δραστηριότητες αγοραίου έρωτα και πρακτικών ελεύθερου χρόνου στο πρώτο μισό του 20ου αιώνα. Αυτό το πεδίο μελέτης, διερευνάται από την σκοπιά της ερμηνευτικής κοινωνιολογίας και της πολιτισμικής ανθρωπολογίας με βάση το εθνογραφικό παράδειγμα του Λάκκου, ενός χώρου διαφορικής κοινωνικής οργάνωσης συνδεδεμένου με ένα αξιακό σύστημα και κώδικες συμπεριφοράς που παρεκκλίνουν από του συμβατικούς κανόνες της ευυπόληπτης κοινωνίας. Η μελέτη καταγράφει διάσπαρτα ίχνη του αστικού λαϊκού πολιτισμού και παρουσιάζει μια τοπική εκδοχή του ρεμπέτικου σε μια πόλη για την οποία απουσιάζουν οι αναφορές για την ύπαρξη τέτοιων υποπολιτισμικών μορφωμάτων. Ο κοινωνικός κόσμος του Λάκκου συγκροτείται σε ένα καθορισμένο κοινωνικό-ιστορικό πλαίσιο, σε μια περίοδο κατά την οποία το Ηράκλειο μετασχηματίζεται, αλλάζει η κοινωνική του οργάνωση και μεταβάλλονται τα πρότυπα πολιτισμικής συμπεριφοράς και κοινωνικών σχέσεων. Το πραγματολογικό υλικό πάνω στο οποίο δομούνται τα ερμηνευτικά σχήματα της εργασίας προέρχεται από έρευνα πεδίου στο Ηράκλειο Κρήτης από τον Μάρτιο του 1993 έως τον Ιούνιο του 1995 και απαρτίζεται από βιογραφίες (ιστορίες ζωής ηλικιωμένων ατόμων που είχαν εμπλακεί στο παρελθόν σε δραστηριότητες του Λάκκου), εθνογραφικές παρατηρήσεις, ιστοριογραφικό υλικό, αποδελτιωμένα κείμενα εφημερίδων και περιοδικών της εποχής και πληροφορίες αρχειακών πηγών. Η ανάλυση επικεντρώνεται στον βιογραφικό λόγο και στον τρόπο με τον οποίο τα υποκείμενα διαπραγματεύονται τις κοινωνικές συνθήκες ύπαρξης τους. Οι βιογραφικές αναδρομές, μνήμες ανθρώπων διαποτισμένες από παροντικές στοχοθεσίες, αναλύονται ως αφηγηματικές πρακτικές που συγκροτούν μια κοινωνική ποιητική για τον κόσμο του Λάκκου και της μαγκιάς. Στο πλαίσιο του ιστοριογραφικού άξονα αναλύονται ως προς τα ιδεολογικά και κοινωνικά τους συμφραζόμενα, αποδελτιωμένες γραπτές πηγές, διερευνώνται στάσεις του κρατικού μηχανισμού και λόγιες εκφορές κρίσεων για την ιδιότυπη κοινωνική νησίδα και επιχειρείται η ανασύσταση του χρονικού του μετασχηματισμού της πόλης σε μια περίοδο ραγδαίων μεταβολών (Κρητική Πολιτεία, είσοδος προσφύγων κτλ.).
2015
Αντί προλόγου Το προκείμενο τευχίδιο περιέχει τα βιογραφικά των εισηγητών και τις περιλήψεις των εισηγήσεων του 1 ου Διεθνούς Διεπιστημονικού Μουσικολογικού Συνεδρίου του Τομέα Ψαλτικής Τέχνης και Μουσικολογίας της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών Βόλου. Το Συνέδριο πραγματοποιείται στο Συνεδριακό Κέντρο της Ιεράς Μητροπόλεως Δημητριάδας και Αλμυρού, στα Μελισσιάτικα Βόλου, από τις 29 Ιουνίου ως τις 3 Ιουλίου 2014, υπό την αιγίδα της Ιεράς Μητροπόλεως Δημητριάδος και Αλμυρού και με την ευγενική υποστήριξη του Δήμου Βόλου. Το θέμα του Συνεδρίου είναι «Η Ψαλτική Τέχνη ως Αυτόνομη Επιστήμη: Επιστημονικοί Κλάδοι-Συναφή Επιστημονικά Αντικείμενα-Διεπιστημονικές Συνεργασίες, Διαθεματικότητα και Διάδραση» Στόχος του Συνεδρίου είναι η αντιμετώπιση της Ψαλτικής Τέχνης (της Βυζαντινής, μετα-Βυζαντινής, νεότερης και σύγχρονης εκκλησιαστικής μουσικής της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας) ως αυτόνομης επιστήμης και η αναγνώριση της αναγκαιότητας για προσδιορισμό και αποδοχή των επιστημονικών της κλάδων, των συναφών επιστημονικών αντικειμένων και των σχετικών προς αυτήν επιστημών. Στο Συνέδριο συμμετέχουν 65 επιστήμονες με ισάριθμες εισηγήσεις. Οι εισηγήσεις καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα προσεγγίσεων στην Ψαλτική, όπως ενδεικτικά της Θεολογίας, της Φιλοσοφίας, της Κοινωνικής Ανθρωπολογίας, της Φιλολογίας, της Ιστορίας, της Παιδαγωγικής, της Ψυχολογίας, της Ιατρικής, της Ακουστικής και των Φυσικών Επιστημών, των Μαθηματικών, της Πληροφορικής, και φυσικά της Μουσικολογίας. Ο Τομέας Ψαλτικής Τέχνης και Μουσικολογίας της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών Βόλου άρχισε να λειτουργεί τον Σεπτέμβριο του 2013. Η δημιουργία του ήταν η φυσική συνέχεια μιας σειράς μουσικολογικών εκδηλώσεων που είχαν πραγματοποιηθεί τα προηγούμενα χρόνια μέσα από το πλαίσιο του Συνδέσμου Ιεροψαλτών Βόλου και της Ιεράς Μητροπόλεως Δημητριάδος και Αλμυρού. Στους βασικούς στόχους του Τομέα περιλαμβάνονται η μουσικολογική έρευνα
Thesis, 2020
https://www.didaktorika.gr/eadd/handle/10442/47688 Εναλλακτικοί τίτλοι Ancient Greek in secondary education: phronesis and evaluation of the professional development effectiveness of philologists Grec ancien dans l' enseignement secondaire: phronèsis et évaluation de l' efficacité du développement professionnel des philologues
Πανελλήνια και Διεθνή Γεωγραφικά Συνέδρια, Συλλογή Πρακτικών, 2002
2014
<jats:p>Στην παρούσα διατριβή εξετάζεται η ποικιλόμορφη και πολυδιάστατη παρουσία του αρχαίου θεάτρου στο καβαφικό έργο· πιο συγκεκριμένα επιχειρείται η συγκεντρωτική καταγραφή και φιλολογική ανάλυση όλων των έργων του ποιητή που συνδέονται, άμεσα ή έμμεσα, με το αρχαίο θέατρο. Όπως διαπιστώνεται, η προσέγγιση του αρχαίου θεάτρου από τον Καβάφη εξελίσσεται σταδιακά κατά την ποιητική διαδρομή του από το Ρομαντισμό στον Παρνασσισμό και το Συμβολισμό (περίοδος κατά την οποία εντοπίζονται και τα περισσότερα από τα ποιήματα της συγκεκριμένης θεματικής), και στη συνέχεια στο Ρεαλισμό, καθώς ο ποιητής ακολουθεί την ιστορική εξέλιξη του θεάτρου από την κλασική περίοδο (5ος αι. π.Χ.) έως την ελληνιστική / ελληνορωμαϊκή περίοδο (4ος αι. π.Χ. - 1ος αι. μ.Χ.) και την ύστερη αρχαιότητα (4ος - 5ος αι. μ.Χ.), μια φθίνουσα πορεία προς την παρακμή. Παρά το γεγονός ότι η εξέταση των έργων της πρώιμης ποιητικής περιόδου (1882;-1903), όπως και των έργων της ώριμης ποίησής του (1913-1929), αποκαλύπτει την απουσία μιας ενιαίας μεθόδου προβολής και «χρήσης» του αρχαίου θεάτρου από τον Καβάφη -σχεδόν κάθε αναφορά εστιάζει σε κάποιο διαφορετικό σημείο από ένα σύνολο ετερόκλιτων στοιχείων (κείμενα, θεματικές, χώρος, τεχνικές κ.λπ.)-, ωστόσο βασικό συνδετικό στοιχείο των έργων της ωριμότητας αποτελεί η σταθερή ένταξη του αρχαίου θεάτρου σ' ένα ευρύτερο πλαίσιο παρακμής -με έμφαση στο ερωτικό στοιχείο-, σε τέτοιο, μάλιστα, βαθμό, ώστε να μετατρέπεται πλέον σε βασικό σύμβολο παρακμής. Κατά τη διεξαγωγή της έρευνας εξετάστηκαν, επιπλέον, και άλλα επιμέρους θέματα, όπως η επαφή του Καβάφη με το αρχαίο θέατρο ως αναγνώστη και θεατή (γνώση και χρήση εκδόσεων αρχαίων κειμένων και σχετικών μελετών, παρακολούθηση παραστάσεων αρχαίου δράματος, ενδιαφέρον για τις Δελφικές Εορτές, γνωριμία με ηθοποιούς της εποχής του κ.λπ.), η ιδιάζουσα στάση του απέναντι στην αρχαία τραγωδία, που καταδεικνύεται από την προφανή απροθυμία του να συμπεριλάβει ποιήματα που σχετίζονται με αυτή στην επίσημη ποίησή του, και η ποιητική «αναμέτρησή» του με τον Αισχύλο, τον σημαντικότερο εκπρόσωπο του αρχαίου δράματος στο έργο του. Παράλληλα, μελετήθηκαν ειδικότερα ζητήματα της ιστορίας του αρχαίου θεάτρου, που απαντούν στην ποίησή του: η σχέση αρχαίου θεάτρου και σοφιστικής· η θέση του θεάτρου στη σύγκρουση Χριστιανισμού - ειδωλολατρίας (και ο ρόλος του Ιουλιανού του Παραβάτη)· η θέση των ηθοποιών στην κοινωνία των πρώτων χριστιανικών αιώνων έως και την ύστερη αρχαιότητα. Επιπλέον, στη διατριβή ερευνάται η ευρύτερη αφομοίωση στοιχείων του αρχαίου θεάτρου στην ποίηση του Καβάφη, κυρίως στα ιστορικά ποιήματά του: απόηχος τραγικών μοτίβων και θεμάτων, όπως και επιμέρους στοιχεία τεχνικής (τραγική ειρωνεία, περιπέτεια, από μηχανής θεοί, χορός, αγγελιαφόροι, βωβά πρόσωπα κ.ά.). Τέλος, εξετάζεται η ειδικότερη σύνδεση στην καβαφική ποίηση του αρχαίου θεάτρου με το τελετουργικό στοιχείο.</jats:p>
Hellenic Archives of Oral & Maxillofacial Surgery, 2013
Introduction: The author of the famous novel “Pope Joan” Emmanuel Roides was a victim of a road traffic accident in Athens towards the end of the 19th century, resulting in a maxillary fracture. Material and method: The critical study “The tragic notebook of Emmanuel Roides”, written by K. G. Kassinis, was studied in detail, to find out how the road traffic accident was happened, the consequences of Emmanuel Roides’s injury, as well as its management. Results: On July 27, 1885 Emmanuel Roides was hit by two carriages in such a way that passing the wheel of one carriage above his head caused a maxillary fracture. Doctors engaged in the surgical management and his overall care were general surgeons as well as a dentist. Conclusions: Emmanuel Roides’s case enriches our knowledge about management of maxillofacial injuries in Athens towards the end of the 19th century, bringing forward the timeless problem of road traffic accidents and road safety, as basic etiological factors of viscerocranium fractures.
Loading Preview
Sorry, preview is currently unavailable. You can download the paper by clicking the button above.