Papers by Dimitris Samaras

Στις σελίδες που ακολουθούν θα γίνει μια συνοπτική παρουσίαση της κινητικής θεωρίας του Αριστοτέλ... more Στις σελίδες που ακολουθούν θα γίνει μια συνοπτική παρουσίαση της κινητικής θεωρίας του Αριστοτέλη. Η αλληλουχία των ιδεών του Σταγειρίτη καθιστά κάθε εγχείρημα απομονωμένης εξέτασης μιας από αυτές, πρακτικά αδύνατο. Έτσι αναγκαστικά δεν θα γίνει αναφορά σε κρίσιμα ζητήματα, όπως η συνέχεια ή το άπειρο και έννοιες, όπως τα τέσσερα βασικά αίτια ή οι αντιλήψεις του για τον δημιουργό του κόσμου. Με αυτά τα δεδομένα στην πρώτη ενότητα θα γίνει μια σύντομη παρουσίαση των θεωρητικών θέσεων του Αριστοτέλη για την κατανόηση της κίνησης και της σύνδεσής της με τη μεταβολή, όπως αναφέρονται στα Φυσικά. Στη δεύτερη ενότητα θα γίνει αναφορά στις κοσμολογικές θέσεις του φιλοσόφου και ανάλυση της τοπικής κίνησης ή αλλιώς της μετατόπισης των σωμάτων, όπως αναφέρονται στο Περί ουρανού. Στην τελευταία ενότητα θα εντοπιστούν κάποια από τα σημεία της θεωρίας της κίνησης του Αριστοτέλη που δέχθηκαν κριτική ήδη από την αρχαιότητα.
Στις σελίδες που ακολουθούν θα γίνει μια συνοπτική παρουσίαση του ελισαβετιανού θεάτρου με άξονα ... more Στις σελίδες που ακολουθούν θα γίνει μια συνοπτική παρουσίαση του ελισαβετιανού θεάτρου με άξονα την τραγωδία του Σαίξπηρ Μακμπέθ. Στην πρώτη ενότητα θα καταγραφούν τα βασικά χαρακτηριστικά και οι επιρροές του ελισαβετιανού θεάτρου. Στη συνέχεια, σχολιάζοντας ένα απόσπασμα από την 7η σκηνή της 1ης Πράξης του Μακμπέθ, θα εντοπιστούν τα βασικά στοιχεία της συγκρότησης του σαιξπηρικού ήρωα. Στην τελευταία ενότητα θα σχολιαστούν οι απόψεις που διατυπώνονται στο παραπάνω απόσπασμα από τον Μακμπέθ και τη σύζυγο του σε σχέση με τον άνδρα και την εξουσία.

Ο Αισχύλος κατέλαβε την πρώτη θέση στα Μεγάλα Διονύσια του 472 π.Χ. διδάσκοντας τους Πέρσες μαζί ... more Ο Αισχύλος κατέλαβε την πρώτη θέση στα Μεγάλα Διονύσια του 472 π.Χ. διδάσκοντας τους Πέρσες μαζί με τα υπόλοιπα έργα της τετραλογίας - τις τραγωδίες Φινεύς, Γλαύκος Ποτνιεύς και το σατυρικό δράμα Προμηθεύς Πυρκαεύς. Χορηγός του ήταν ο, νεαρός τότε, Περικλής ενώ άρχων ήταν ο δημοκρατικός Μένωνας. Είναι η παλαιότερη ολόκληρη τραγωδία που έχει σωθεί. Το θέμα της είναι η ναυμαχία της Σαλαμίνας και οι επιπτώσεις της έκβασής της, από την σκοπιά των ηττημένων, δηλαδή των Περσών. Είναι η μόνη σωζόμενη τραγωδία με ιστορικό περιεχόμενο και η μόνη που ασχολείται με ένα γεγονός σχεδόν σύγχρονό της. Ο Αισχύλος βασίστηκε σε δύο προηγούμενα έργα του Φρύνιχου ο οποίος επίσης ασχολήθηκε με τις ελληνοπερσικές συγκρούσεις. Οι μελετητές αποδίδουν στους Πέρσες πολύ μεγάλη αξία λόγω της ποιότητας του ποιητικού έργου σε συνδυασμό με τις καινοτομίες που εισηγήθηκε ο Αισχύλος και οδήγησαν το αρχαίο θέατρο στην κορυφαία περίοδό του. Οι Πέρσες αποτελούν το πέρασμα από την αρχαϊκή τραγωδία στην κλασική καθώς συνυπάρχουν οι επιρροές της παράδοσης με την νεωτερικότητα της δημοκρατικής πλέον Αθήνας.
Στις σελίδες που ακολουθούν θα γίνει μια συνοπτική αναφορά στη συνολική λειτουργία του χορού στους Πέρσες. Στην πρώτη ενότητα θα αναλυθούν η σκηνική εικόνα του χορού και ο τρόπος και ο βαθμός εμπλοκής του, στα όσα διαδραματίζονται. Στη δεύτερη ενότητα θα εντοπιστούν οι δομικές ομοιότητες μεταξύ των χορικών τμημάτων της τραγωδίας.
Στις σελίδες που ακολουθούν θα γίνει μια συνοπτική παρουσίαση των θέσεων του Πλάτωνα για τη φύση... more Στις σελίδες που ακολουθούν θα γίνει μια συνοπτική παρουσίαση των θέσεων του Πλάτωνα για τη φύση της ανθρώπινης ψυχής και της σχέση της με το σώμα. Επιπλέον θα γίνει ειδική αναφορά στη χρήση του «μύθου» από τον Πλάτωνα, για την ανάδειξη των απόψεών του. Στην πρώτη ενότητα θα αναλυθούν δύο από τα επιχειρήματα του φιλοσόφου υπέρ της αθανασίας της ψυχής, όπως αυτά αναφέρονται σε δύο διαλόγους του, τον Φαίδωνα και τον Φαίδρο. Στη δεύτερη ενότητα θα εντοπιστούν οι ομοιότητες μεταξύ των δύο αυτών θέσεων στην ουσία της επιχειρηματολογίας που αναπτύσσεται. Στην τελευταία ενότητα θα γίνει αναφορά στo «μύθο» και στην αιτία της χρήσης του από τον Πλάτωνα σε συνάρτηση με το ρόλο που διαδραματίζει ο συνδυασμός «μύθου» και επιχειρήματος στην πλατωνική φιλοσοφία.
Στις σελίδες που ακολουθούν θα γίνει μια συνοπτική παρουσίαση των πτυχών του αρχαίου ελληνικού θε... more Στις σελίδες που ακολουθούν θα γίνει μια συνοπτική παρουσίαση των πτυχών του αρχαίου ελληνικού θεάτρου. Βασικό πλαίσιο της εργασίας θα είναι η διαχρονική εξέλιξη των παραπάνω πτυχών από τις αρχές του 5ου έως τα τέλη του 4ου π.Χ. αιώνα. Στην πρώτη ενότητα θα γίνει αναφορά στα βασικά χαρακτηριστικά του δράματος και στα δραματικά είδη της κλασικής αρχαιότητας. Στη δεύτερη ενότητα θα δοθεί έμφαση στους δραματικούς αγώνες, στο χώρο του θεάτρου και στα μηχανήματα που χρησιμοποιούνταν. Στην τρίτη και τελευταία ενότητα θα παρουσιαστούν οι συντελεστές της θεατρικής παράστασης τόσο οι καλλιτεχνικοί όσο και αυτοί που είχαν ως αποστολή τη διοργάνωση και την αξιολόγησή της. Η εργασία θα ολοκληρωθεί με αναφορά στα υλικά που χρησιμοποιούνταν για την παρουσίαση ενός δραματικού έργου στους πολίτες, αυτό δηλαδή που ονομάζεται σκευή.
Στις σελίδες που ακολουθούν θα γίνει μια συνοπτική παρουσίαση της νεότερης δυτικοευρωπαϊκής λυρικ... more Στις σελίδες που ακολουθούν θα γίνει μια συνοπτική παρουσίαση της νεότερης δυτικοευρωπαϊκής λυρικής ποίησης με άξονα την ποίηση του Φρανσουά Βιγιόν. Στην πρώτη ενότητα θα καταγραφεί η πορεία της λυρικής ποίησης, από τις μεσαιωνικές απαρχές της μέχρι τον 15ο αιώνα, με έμφαση στη φόρμα της μπαλάντας. Στη συνέχεια, σχολιάζοντας δύο διδακτικές μπαλάντες του Βιγιόν, θα εντοπιστούν τα στοιχεία της ποίησής του που συνδέουν την παράδοση των τροβαδούρων του Μεσαίωνα με την Αναγέννηση. Στην τελευταία ενότητα θα αναλυθεί η σχέση του Βιγιόν με τις αξίες και τα πρότυπα του Ουμανισμού.
Ο Αρχαιολόγος του Καρκαβίτσα αποδίδει στα ευρήματά του γνωστική, αισθητική και κυρίως συμβολική α... more Ο Αρχαιολόγος του Καρκαβίτσα αποδίδει στα ευρήματά του γνωστική, αισθητική και κυρίως συμβολική αξία . Ταυτόχρονα βιώνει την πολιτισμική συνέχεια ως μέσο ορισμού της εθνικής του ταυτότητας.

Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία και κατ’ επέκταση η βυζαντινή κοινωνία, ήταν συνέχεια της Ρωμαϊκής. Σε α... more Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία και κατ’ επέκταση η βυζαντινή κοινωνία, ήταν συνέχεια της Ρωμαϊκής. Σε αυτό το πλαίσιο ο κρατικός παρεμβατισμός στη σύνθεση των διαφόρων τάξεων μέσω της απόλυτης μοναρχίας ήταν καθολικός και η πυραμιδοειδής ιεράρχηση της κοινωνίας φυσιολογικό επακόλουθο. Στην κορυφή της κοινωνικής ιεραρχίας, κάτω βεβαίως από τον αυτοκράτορα, εντοπίζεται μια ιδιαίτερη «αριστοκρατία» που είναι παρούσα σε όλη την ιστορική διαδρομή του Βυζαντίου, με μορφή και σύνθεση που μεταβάλλεται αναλόγως των συνθηκών. Τα γενικά χαρακτηριστικά των μελών της ανώτερης αυτής τάξης ήταν διαχρονικά: η ευγενική καταγωγή και η τυχόν συγγενική σχέση με τον εκάστοτε αυτοκράτορα, η οικονομική δύναμη, η άσκηση σημαντικών κρατικών ή στρατιωτικών αρμοδιοτήτων και φυσικά η ατομική αξία που αναδεικνύεται κυρίως από την μόρφωση. Αυτό που άλλαζε ήταν η βαρύτητα του καθενός από αυτά τα χαρακτηριστικά συγκριτικά με τα υπόλοιπα. Αυτή η σχέση εν πολλοίς καθόριζε και τη σύνθεση της ανώτερης τάξης της Αυτοκρατορίας .
Στις σελίδες που ακολουθούν θα παρουσιαστεί η σύνθεση της βυζαντινής ανώτερης τάξης μέχρι τον 12ο αιώνα. Ειδικότερα στο πρώτο μέρος θα γίνει αναλυτική αναφορά στο σώμα της συγκλήτου που παίζει σημαντικό ρόλο κατά την πρώιμη βυζαντινή εποχή μέχρι τον 7ο αιώνα. Στο δεύτερο μέρος, περνώντας στη μεσοβυζαντινή εποχή, θα σκιαγραφηθούν αρχικά η επικράτηση της στρατιωτικής αριστοκρατίας και το σύστημα απόδοσης και εξαγοράς τίτλων και στη συνέχεια η ανάδυση της νέας αριστοκρατίας κατά τον 12ο αιώνα.
Η ανάπτυξη της αρχαίας ελληνικής πόλης-κράτους συμπορεύεται με την παράλληλη μορφοποίηση της αρχα... more Η ανάπτυξη της αρχαίας ελληνικής πόλης-κράτους συμπορεύεται με την παράλληλη μορφοποίηση της αρχαίας ελληνικής θρησκείας. Τα ιερά ήταν ειδικοί χώροι που εξυπηρετούσαν τις τελετουργικές και λατρευτικές ανάγκες των θρησκευόμενων αρχαίων Ελλήνων. Στις σελίδες που ακολουθούν, αφού αρχικά παρουσιαστούν συνοπτικά τα κύρια χαρακτηριστικά των αρχαίων ελληνικών ιερών, στη συνέχεια με βάση ένα απόσπασμα από την Κύρου ανάβασιν του Ξενοφώντα, θα εξεταστεί κατά πόσο το ιερό της Εφεσίας Αρτέμιδος στον Σκιλλούντα Ηλείας μπορεί να χαρακτηριστεί τυπικό ιερό.

Στις ελληνικές πόλεις κράτη της αρχαϊκής και κλασικής περιόδου, παρατηρείται η ταξική διαίρεση το... more Στις ελληνικές πόλεις κράτη της αρχαϊκής και κλασικής περιόδου, παρατηρείται η ταξική διαίρεση του πληθυσμού σε τρείς βασικές ομάδες, διαρθρωμένες σε μορφή πυραμίδας. Η Αθήνα και η Σπάρτη, με τις ομοιότητες αλλά και τις μεγάλες διαφορές τους, αποτελούν αντιπροσωπευτικά παραδείγματα του τρόπου οργάνωσης της ζωής στις Πόλεις. Η εξωστρεφής Αθήνα με τους πολίτες, τους μέτοικους και τους δούλους και η συνειδητά απομονωμένη Σπάρτη με τους ομοίους, τους περίοικους και τους είλωτες, μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως σημεία αναφοράς για το σύνολο του Ελληνικού κόσμου.
Στις σελίδες που ακολουθούν, θα παρουσιαστεί αναλυτικά η μεσαία τάξη της εποχής, δηλαδή οι μέτοικοι της Αθήνας και οι περίοικοι της Σπάρτης. Στην πρώτη ενότητα θα εξεταστούν οι μέτοικοι με την καταγραφή της κοινωνικής τους θέσης και της συμβολής τους στις διάφορες πτυχές της ζωής της Πόλης. Αντίστοιχη παρουσίαση θα γίνει στη δεύτερη ενότητα για τους περίοικους ενώ στην τρίτη ενότητα θα επιχειρηθεί μια συνοπτική σύγκριση μεταξύ των δύο αυτών πληθυσμιακών ομάδων.
Ο τρόπος με τον οποίο ο Ροϊδης παρουσιάζει τα ζητήματα του έρωτα.
Μια συγκριτική αποτίμηση της λειτουργίας της φύσης στα ποιήματα του Δ. Σολωμού «Η Καταστροφή των ... more Μια συγκριτική αποτίμηση της λειτουργίας της φύσης στα ποιήματα του Δ. Σολωμού «Η Καταστροφή των Ψαρών» και Ελεύθεροι Πολιορκημένοι Β΄ (αποσπάσματα Ι, ΙΙ και ΙΙΙ).
Συγκριτική διερεύνηση του διήγηματος του Γ. Μ. Βιζυηνού «Το μόνον της ζωής του ταξείδιον» και του... more Συγκριτική διερεύνηση του διήγηματος του Γ. Μ. Βιζυηνού «Το μόνον της ζωής του ταξείδιον» και του ποίηματος του Γ. Δροσίνη «Τα μάγια της αγάπης», ως προς τη σχέση των δύο κειμένων με τις ηθογραφικές και λαογραφικές αναζητήσεις της Γενιάς του 1880.
«Ο Μιχαλιός» του Κ. Γ. Καρυωτάκη (Ελεγεία και Σάτιρες, 1927, α΄ δημ. 1919) και «Στ’ Όσιου Λουκά τ... more «Ο Μιχαλιός» του Κ. Γ. Καρυωτάκη (Ελεγεία και Σάτιρες, 1927, α΄ δημ. 1919) και «Στ’ Όσιου Λουκά το μοναστήρι» του Άγγελου Σικελιανού (1935). Συνεξέταση των δύο ποιημάτων ως προς τη θεματική τους, με έμφαση στο ηρωικό στοιχείο, και την ιδεολογία-κοσμοθεωρία που προβάλλουν.
Οι διαφορές στην πρώιμη και ώριμη ποίηση του Ανδρέα Εμπειρίκου, με έμφαση στο ζήτημα της ελληνικό... more Οι διαφορές στην πρώιμη και ώριμη ποίηση του Ανδρέα Εμπειρίκου, με έμφαση στο ζήτημα της ελληνικότητας, με άξονα τα ποιήματά του «Στροφές στροφάλων» (Ενδοχώρα, 1945, α΄ γραφή 1935-1936) και «Εις την οδόν των Φιλελλήνων» (Οκτάνα, 1980, α΄ δημ. 1963).
Συγκριτικός σχολιασμός της εξέλιξης της καβαφικής ποιητικής με βάση τα ποιήματα «Τείχη» (1896, 18... more Συγκριτικός σχολιασμός της εξέλιξης της καβαφικής ποιητικής με βάση τα ποιήματα «Τείχη» (1896, 1897) και «Ας φρόντιζαν» (1930).
Οι δύο βασικότεροι θεσμικοί πυλώνες του Βυζαντίου, είναι η Αυτοκρατορική εξουσία και ο Χριστιανισ... more Οι δύο βασικότεροι θεσμικοί πυλώνες του Βυζαντίου, είναι η Αυτοκρατορική εξουσία και ο Χριστιανισμός. Η επιρροή τους στην καθημερινή ζωή των υπηκόων είναι τέτοια που εν πολλοίς καθορίζουν τα όρια σε όλες τις εκφάνσεις της κοινωνίας της εποχής. Αναπόφευκτα και η λογοτεχνία προσανατολίζεται θεματολογικά στους δύο αυτούς διαπλεκόμενους πόλους, αφήνοντας στην άκρη την ποικιλία της κλασσικής παράδοσης.
Δύο χαρακτηριστικές περιπτώσεις βυζαντινών λογοτεχνών είναι ο Ιωάννης Μόσχου ή Ευκρατάς και η Άννα Κομνηνή. Μοναχός ο πρώτος, ασχολήθηκε με την καταγραφή σκηνών από την καθημερινή ζωή των συναδέλφων του. Βασιλικός γόνος η δεύτερη, λόγια και πολυμαθής συγγραφέας, θέλησε να καταγράψει για τις μελλοντικές γενιές, την άποψη της για την περίοδο της βασιλείας του πατέρα της, Αλέξιου Κομνηνού.

Η ελληνιστική περίοδος χαρακτηρίζεται από την τάση για αλλαγή σε όλα τα επίπεδα της ζωής του αρχα... more Η ελληνιστική περίοδος χαρακτηρίζεται από την τάση για αλλαγή σε όλα τα επίπεδα της ζωής του αρχαίου κόσμου. Η εποχή που ξεκινάει συμβατικά από το θάνατο του Αλέξανδρου Β΄ και το διαμελισμό της αυτοκρατορίας του, σηματοδοτεί ανατροπές στον πολιτικό και κοινωνικό τομέα που επηρεάζουν καθοριστικά και τη λογοτεχνία. Η δημιουργία, εξάπλωση και κυριαρχία της ελληνιστικής κοινής, μιας γλώσσας που βασίστηκε στην αττική διάλεκτο σε συνδυασμό με την πολιτιστική κληρονομιά της κλασσικής περιόδου επέφεραν μια σχεδόν απόλυτη επικράτηση του ελληνικού πολιτισμού, στο σύνολο του τότε γνωστού κόσμου. Αυτή η εξάπλωση μαζί με την ανάδειξη των αστικών κέντρων των νέων βασιλείων σε οικονομικές υπερδυνάμεις, μεταφέρουν σταδιακά τη γραμματειακή παραγωγή από τον κυρίως ελλαδικό χώρο προς την Ανατολή και ιδίως στην Αλεξάνδρεια.
Στις σελίδες που ακολουθούν, με βάση δύο χαρακτηριστικά έργα του Θεόκριτου, γνήσιου εκπροσώπου της ελληνιστικής ποίησης και της Αλεξανδρινής κουλτούρας, θα γίνει αναφορά στη βουκολική ποίηση και το επύλλιον – δύο «αποκλειστικά προϊόντα» της λογοτεχνικής παραγωγής της εποχής. Στο πρώτο μέρος, μέσα από το ποίημα Θύρσις ή Ωϊδή θα παρουσιαστούν τα βασικά υφολογικά και θεματικά γνωρίσματα της βουκολικής ποίησης ενώ στο δεύτερο μέρος μέσα από το επύλλιον Ηρακλίσκος, θα αναφερθούν οι εξελίξεις στη λογοτεχνία της περιόδου.

Η αρχαία κωμωδία και η ιστοριογραφία, είναι από τα λογοτεχνικά είδη που γεννήθηκαν (τουλάχιστον σ... more Η αρχαία κωμωδία και η ιστοριογραφία, είναι από τα λογοτεχνικά είδη που γεννήθηκαν (τουλάχιστον στη μορφή που έχουν σωθεί και τα γνωρίζουμε εμείς σήμερα) και έφτασαν σε υψηλό επίπεδο, κατά την κλασσική περίοδο της αρχαιότητας. Ο Αριστοφάνης και ο Ηρόδοτος, εκπρόσωποι αντίστοιχα αυτών των λογοτεχνικών ειδών, μέσα από το έργο τους κατάφεραν να ξεπεράσουν τα στενά όρια του τομέα τους και να επιτύχουν σκοπούς που ξεπέρασαν τον προφανή στόχο τους, δηλαδή την ψυχαγωγία και την εκπαίδευση των συνανθρώπων τους.
Ο Αριστοφάνης, ιδιαίτερα με τους Βατράχους που θα εξετάσουμε αναλυτικά στη συνέχεια έθεσε τα θεμέλια της λογοτεχνικής κριτικής και μας έκανε γνωστά τα κριτήρια που έθετε η Αθηναϊκή κοινωνία για την αξιολόγηση των τραγικών ποιητών. Ο Ηρόδοτος, από την άλλη, με τις Ιστορίες του, δεν περιορίστηκε σε μια στενή ιστορική καταγραφή της ιστορίας του τότε γνωστού κόσμου (που από μόνη της θα ήταν κάτι πολύ σημαντικό για την εποχή) αλλά προχώρησε σε θέματα ηθικά και θρησκευτικά.
Η εικόνα του θεού και η σχέση του με τον άνθρωπο απασχόλησε τους αρχαίους Έλληνες λογοτέχνες από ... more Η εικόνα του θεού και η σχέση του με τον άνθρωπο απασχόλησε τους αρχαίους Έλληνες λογοτέχνες από την αρχαϊκή εποχή. Στον κορυφαίο εκπρόσωπο της επικής ποίησης, τον Όμηρο, αποδίδεται με αρκετή σιγουριά, ένας ύμνος στον Απόλλωνα ενώ ο θεμελιωτής της οντολογικής φιλοσοφίας Ξενοφάνης έγραψε μια ελεγεία για τον τρόπο που πρέπει να τιμούν οι άνθρωποι το θεό. Οι δύο αυτοί μεγάλοι λογοτέχνες απέχουν χρονικά αρκετούς αιώνες και ανάλογη είναι και η διαφορά τους στον τρόπο που αντιμετωπίζουν το θείο.
Το παραπάνω θέμα θα αναλυθεί σε τρεις ενότητες. Στην πρώτη θα γίνει εκτενής αναφορά στον Ύμνο εις Απόλλωνα του Ομήρου, στη δεύτερη θα ακολουθήσει η ανάλυση του Προς συμποσιαστάς του Ξενοφάνη και στην τρίτη θα εντοπιστούν οι βασικές διαφορές των δύο ποιητών και κατ’ επέκταση των ανθρώπων της εποχής που έζησαν, ως προς την αντίληψη του θείου.
Uploads
Papers by Dimitris Samaras
Στις σελίδες που ακολουθούν θα γίνει μια συνοπτική αναφορά στη συνολική λειτουργία του χορού στους Πέρσες. Στην πρώτη ενότητα θα αναλυθούν η σκηνική εικόνα του χορού και ο τρόπος και ο βαθμός εμπλοκής του, στα όσα διαδραματίζονται. Στη δεύτερη ενότητα θα εντοπιστούν οι δομικές ομοιότητες μεταξύ των χορικών τμημάτων της τραγωδίας.
Στις σελίδες που ακολουθούν θα παρουσιαστεί η σύνθεση της βυζαντινής ανώτερης τάξης μέχρι τον 12ο αιώνα. Ειδικότερα στο πρώτο μέρος θα γίνει αναλυτική αναφορά στο σώμα της συγκλήτου που παίζει σημαντικό ρόλο κατά την πρώιμη βυζαντινή εποχή μέχρι τον 7ο αιώνα. Στο δεύτερο μέρος, περνώντας στη μεσοβυζαντινή εποχή, θα σκιαγραφηθούν αρχικά η επικράτηση της στρατιωτικής αριστοκρατίας και το σύστημα απόδοσης και εξαγοράς τίτλων και στη συνέχεια η ανάδυση της νέας αριστοκρατίας κατά τον 12ο αιώνα.
Στις σελίδες που ακολουθούν, θα παρουσιαστεί αναλυτικά η μεσαία τάξη της εποχής, δηλαδή οι μέτοικοι της Αθήνας και οι περίοικοι της Σπάρτης. Στην πρώτη ενότητα θα εξεταστούν οι μέτοικοι με την καταγραφή της κοινωνικής τους θέσης και της συμβολής τους στις διάφορες πτυχές της ζωής της Πόλης. Αντίστοιχη παρουσίαση θα γίνει στη δεύτερη ενότητα για τους περίοικους ενώ στην τρίτη ενότητα θα επιχειρηθεί μια συνοπτική σύγκριση μεταξύ των δύο αυτών πληθυσμιακών ομάδων.
Δύο χαρακτηριστικές περιπτώσεις βυζαντινών λογοτεχνών είναι ο Ιωάννης Μόσχου ή Ευκρατάς και η Άννα Κομνηνή. Μοναχός ο πρώτος, ασχολήθηκε με την καταγραφή σκηνών από την καθημερινή ζωή των συναδέλφων του. Βασιλικός γόνος η δεύτερη, λόγια και πολυμαθής συγγραφέας, θέλησε να καταγράψει για τις μελλοντικές γενιές, την άποψη της για την περίοδο της βασιλείας του πατέρα της, Αλέξιου Κομνηνού.
Στις σελίδες που ακολουθούν, με βάση δύο χαρακτηριστικά έργα του Θεόκριτου, γνήσιου εκπροσώπου της ελληνιστικής ποίησης και της Αλεξανδρινής κουλτούρας, θα γίνει αναφορά στη βουκολική ποίηση και το επύλλιον – δύο «αποκλειστικά προϊόντα» της λογοτεχνικής παραγωγής της εποχής. Στο πρώτο μέρος, μέσα από το ποίημα Θύρσις ή Ωϊδή θα παρουσιαστούν τα βασικά υφολογικά και θεματικά γνωρίσματα της βουκολικής ποίησης ενώ στο δεύτερο μέρος μέσα από το επύλλιον Ηρακλίσκος, θα αναφερθούν οι εξελίξεις στη λογοτεχνία της περιόδου.
Ο Αριστοφάνης, ιδιαίτερα με τους Βατράχους που θα εξετάσουμε αναλυτικά στη συνέχεια έθεσε τα θεμέλια της λογοτεχνικής κριτικής και μας έκανε γνωστά τα κριτήρια που έθετε η Αθηναϊκή κοινωνία για την αξιολόγηση των τραγικών ποιητών. Ο Ηρόδοτος, από την άλλη, με τις Ιστορίες του, δεν περιορίστηκε σε μια στενή ιστορική καταγραφή της ιστορίας του τότε γνωστού κόσμου (που από μόνη της θα ήταν κάτι πολύ σημαντικό για την εποχή) αλλά προχώρησε σε θέματα ηθικά και θρησκευτικά.
Το παραπάνω θέμα θα αναλυθεί σε τρεις ενότητες. Στην πρώτη θα γίνει εκτενής αναφορά στον Ύμνο εις Απόλλωνα του Ομήρου, στη δεύτερη θα ακολουθήσει η ανάλυση του Προς συμποσιαστάς του Ξενοφάνη και στην τρίτη θα εντοπιστούν οι βασικές διαφορές των δύο ποιητών και κατ’ επέκταση των ανθρώπων της εποχής που έζησαν, ως προς την αντίληψη του θείου.
Στις σελίδες που ακολουθούν θα γίνει μια συνοπτική αναφορά στη συνολική λειτουργία του χορού στους Πέρσες. Στην πρώτη ενότητα θα αναλυθούν η σκηνική εικόνα του χορού και ο τρόπος και ο βαθμός εμπλοκής του, στα όσα διαδραματίζονται. Στη δεύτερη ενότητα θα εντοπιστούν οι δομικές ομοιότητες μεταξύ των χορικών τμημάτων της τραγωδίας.
Στις σελίδες που ακολουθούν θα παρουσιαστεί η σύνθεση της βυζαντινής ανώτερης τάξης μέχρι τον 12ο αιώνα. Ειδικότερα στο πρώτο μέρος θα γίνει αναλυτική αναφορά στο σώμα της συγκλήτου που παίζει σημαντικό ρόλο κατά την πρώιμη βυζαντινή εποχή μέχρι τον 7ο αιώνα. Στο δεύτερο μέρος, περνώντας στη μεσοβυζαντινή εποχή, θα σκιαγραφηθούν αρχικά η επικράτηση της στρατιωτικής αριστοκρατίας και το σύστημα απόδοσης και εξαγοράς τίτλων και στη συνέχεια η ανάδυση της νέας αριστοκρατίας κατά τον 12ο αιώνα.
Στις σελίδες που ακολουθούν, θα παρουσιαστεί αναλυτικά η μεσαία τάξη της εποχής, δηλαδή οι μέτοικοι της Αθήνας και οι περίοικοι της Σπάρτης. Στην πρώτη ενότητα θα εξεταστούν οι μέτοικοι με την καταγραφή της κοινωνικής τους θέσης και της συμβολής τους στις διάφορες πτυχές της ζωής της Πόλης. Αντίστοιχη παρουσίαση θα γίνει στη δεύτερη ενότητα για τους περίοικους ενώ στην τρίτη ενότητα θα επιχειρηθεί μια συνοπτική σύγκριση μεταξύ των δύο αυτών πληθυσμιακών ομάδων.
Δύο χαρακτηριστικές περιπτώσεις βυζαντινών λογοτεχνών είναι ο Ιωάννης Μόσχου ή Ευκρατάς και η Άννα Κομνηνή. Μοναχός ο πρώτος, ασχολήθηκε με την καταγραφή σκηνών από την καθημερινή ζωή των συναδέλφων του. Βασιλικός γόνος η δεύτερη, λόγια και πολυμαθής συγγραφέας, θέλησε να καταγράψει για τις μελλοντικές γενιές, την άποψη της για την περίοδο της βασιλείας του πατέρα της, Αλέξιου Κομνηνού.
Στις σελίδες που ακολουθούν, με βάση δύο χαρακτηριστικά έργα του Θεόκριτου, γνήσιου εκπροσώπου της ελληνιστικής ποίησης και της Αλεξανδρινής κουλτούρας, θα γίνει αναφορά στη βουκολική ποίηση και το επύλλιον – δύο «αποκλειστικά προϊόντα» της λογοτεχνικής παραγωγής της εποχής. Στο πρώτο μέρος, μέσα από το ποίημα Θύρσις ή Ωϊδή θα παρουσιαστούν τα βασικά υφολογικά και θεματικά γνωρίσματα της βουκολικής ποίησης ενώ στο δεύτερο μέρος μέσα από το επύλλιον Ηρακλίσκος, θα αναφερθούν οι εξελίξεις στη λογοτεχνία της περιόδου.
Ο Αριστοφάνης, ιδιαίτερα με τους Βατράχους που θα εξετάσουμε αναλυτικά στη συνέχεια έθεσε τα θεμέλια της λογοτεχνικής κριτικής και μας έκανε γνωστά τα κριτήρια που έθετε η Αθηναϊκή κοινωνία για την αξιολόγηση των τραγικών ποιητών. Ο Ηρόδοτος, από την άλλη, με τις Ιστορίες του, δεν περιορίστηκε σε μια στενή ιστορική καταγραφή της ιστορίας του τότε γνωστού κόσμου (που από μόνη της θα ήταν κάτι πολύ σημαντικό για την εποχή) αλλά προχώρησε σε θέματα ηθικά και θρησκευτικά.
Το παραπάνω θέμα θα αναλυθεί σε τρεις ενότητες. Στην πρώτη θα γίνει εκτενής αναφορά στον Ύμνο εις Απόλλωνα του Ομήρου, στη δεύτερη θα ακολουθήσει η ανάλυση του Προς συμποσιαστάς του Ξενοφάνη και στην τρίτη θα εντοπιστούν οι βασικές διαφορές των δύο ποιητών και κατ’ επέκταση των ανθρώπων της εποχής που έζησαν, ως προς την αντίληψη του θείου.