Στο πλαίσιο της παρούσας εργασίας επιχειρήθηκε η διερεύνηση και η ανασύνθεση της στρωματογραφικής ακολουθίας του Νότιου Τομέα του προϊστορικού οικισμού του Αρχοντικού Γιαννιτσών. Ο εν λόγω οικισμός, έχοντας τη μορφή τούμπας-τράπεζας,...
moreΣτο πλαίσιο της παρούσας εργασίας επιχειρήθηκε η διερεύνηση και η ανασύνθεση της στρωματογραφικής ακολουθίας του Νότιου Τομέα του προϊστορικού οικισμού του Αρχοντικού Γιαννιτσών. Ο εν λόγω οικισμός, έχοντας τη μορφή τούμπας-τράπεζας, δημιουργήθηκε σταδιακά με την επάλληλη συσσώρευση υλικών καταλοίπων από διαδοχικές οικοδομικές φάσεις του οικισμού στην ίδια θέση, χωρίς την απομάκρυνση των προηγούμενων υλικών. Η διαδικασία σχηματισμού ενός τεχνητού γηλόφου, όπως η τούμπα, είναι ιδιαίτερα σύνθετη και καθορίζεται τόσο από φυσικούς, όσο και από ανθρωπογενείς παράγοντες. Σε κάθε περίπτωση οι τούμπες συνιστούν μια συνεχή ακολουθία στρωμάτων, τα οποία αντανακλούν τη σύνθετη κοινωνική οργάνωση και την εξέλιξη των οικισμών, διαμορφώνοντας μοναδικές και συχνά πολύπλοκες αρχαιολογικές στρωματογραφίες, η αποσαφήνιση των οποίων αποτελεί ιδιαίτερα απαιτητικό ζητούμενο.
Η διάνοιξη αυτού του τομέα, στην απότομη πλαγιά της τούμπας, αποσκοπούσε στη σκιαγράφηση της στρωματογραφικής και χρονολογικής ακολουθίας των φάσεων του οικισμού. Βασικός στόχος αυτής της εργασίας σε πρώτο επίπεδο ήταν η παρακολούθηση της διαδοχής των οικιστικών επεισοδίων στον εν λόγω τομέα και η χρονολόγησή τους. Έπειτα, σε δεύτερο επίπεδο αποσκοπούσε στη συνάρτηση των παραπάνω δεδομένων με τις φάσεις που αποκαλύφθηκαν στην κορυφή και την ανατολική πλαγιάς του οικισμού. Οι εν λόγω στόχοι διαμόρφωσαν τη δομή της παρούσας εργασίας, η οποία διαρθρώνεται σε έξι κεφάλαια. Αρχικά, σε μια σύντομη εισαγωγή (Κεφάλαιο 1ο) εκτίθονται το θέμα, οι στόχοι και η δομή της εργασίας.
Έπειτα, ακολουθεί μια συνοπτική αναφορά στην ιστορική εξέλιξη της αρχαιολογικής στρωματογραφίας, παράλληλα με την εξέλιξη της θεωρητικής προσέγγισης της αρχαιολογικής έρευνας (Κεφάλαιο 2ο). Η συζήτηση επικεντρώνεται γύρω από τον τρόπο προσέγγισης της στρωματογραφίας στην αρχαιολογική έρευνα διαχρονικά παραθέτοντας παράλληλα ορισμένους από τους σημαντικότερους σταθμούς της θεωρητικής προσέγγισης της αρχαιολογικής σκέψης. Στο επόμενο κεφάλαιο (Κεφάλαιο 3ο) παρουσιάζεται εν συντομία ο οικισμός του Αρχοντικού Γιαννιτσών. Η ενότητα αυτή συνοψίζει γενικές πληροφορίες για τη γεωγραφική θέση, το περιβάλλον του οικισμού, το ιστορικό της αρχαιολογικής έρευνας και τα βασικά χαρακτηριστικά των οικιστικών φάσεων του οικισμού.
Εν συνεχεία, παρατίθεται η μεθοδολογική προσέγγιση της στρωματογραφικής ακολουθίας που ακολουθήσαμε στο πλαίσιο αυτής της έρευνας (Κεφάλαιο 4ο). Αρχικά, στις πρώτες ενότητες του κεφαλαίου, γίνεται μια σύντομη αναφορά στην ανασκαφική πρακτική που εφαρμόζεται στο Αρχοντικό, καθώς και μια γενική επισκόπηση των ιδιαιτεροτήτων του συγκεκριμένου τομέα, προκειμένου να γίνουν κατανοητές οι επιλογές μας για την επίλυση των προβλημάτων, που προέκυψαν από τον ξεχωριστό χαρακτήρα του. Έπειτα, το ενδιαφέρον εστιάζεται καθαρά στην ανάλυση της μεθόδου εργασίας και του τρόπου προσέγγισης της στρωματογραφίας.
Κατόπιν, επιχειρείται η παρουσίαση της στρωματογραφικής ακολουθίας του Νότιου τομέα (5ο κεφάλαιο). Προηγείται μια εκτενής περιγραφή της οψιμότερη φάσης κατοίκησης της τούμπας του Αρχοντικού, η οποία εντοπίζεται στο σύνολο της έκτασης της Νότιας πλαγιάς, ούτως ώστε να σκιαγραφηθεί το σύνολο των τομών του συγκεκριμένου τομέα, καθώς δεν έγινε σε όλες τις τομές στρωματογραφική αποτύπωση και μελέτη των στρωμάτων. Στη συνέχεια, ακολουθεί η περιγραφή των στρωματογραφικών δεδομένων ανά τομή, ξεκινώντας από το ψηλότερο σημείο της νότιας πλαγιάς και καταλήγοντας στο χαμηλότερο.
Τέλος, στο τελευταίο κεφάλαιο (6ο κεφάλαιο) συστηματοποιούνται τα δεδομένα της στρωματογραφικής ακολουθίας του Νότιου Τομέα και συνοψίζεται μια σειρά συμπερασμάτων γύρω από ζητήματα που άπτονται της ανασύνθεσης της διαδοχής των οικιστικών επεισοδίων του υπό έρευνα τομέα και της χρονολόγησής τους, σε άμεσο συσχετισμό με τα δεδομένα της κορυφής και της ανατολικής πλαγιάς της τούμπας του Αρχοντικού. Ενδεικτικά αξίζει να αναφέρουμε ότι η ανάλυση της στρωματογραφίας στον τομέα της νότιας κλιτύος επιβεβαίωσε μια σειρά διαπιστώσεων, οι οποίες προέκυψαν από τη συστηματική έρευνα της κορυφής και της ανατολικής πλαγιάς. Στις περισσότερες περιπτώσεις οι καταστροφές των οικιστικών οριζόντων συνεχίζονται αλλεπάλληλες, όπως και στην περίπτωση των φάσεων ΒΙΙ, ΒΙΙΙ και ΒΙV. Η πρακτική της διαδοχικής ανέγερσης κτιρίων μετά από μια καταστροφή σε μια συγκεκριμένη περιοχή, ευρέως διαπιστωμένη στις τούμπες, εμφανίζεται έντονα και στην περίπτωση του Αρχοντικού. Διαπιστώνεται, επίσης ότι και στην περίπτωση της νότιας πλαγιάς η χρήση του χώρου αφιερώνεται στην κατοίκηση. Τα εντοπισμένα δάπεδα και οι πηλοκατασκευές παραπέμπουν σε οικιακά σύνολα και μάλιστα δείχνουν την παρουσία στεγασμένων οικιακών χώρων, που φιλοξενούν σημαντική αποθηκευτική δραστηριότητα.
Επιπλέον, στον οικισμό του Αρχοντικού η διαχρονικότητα αρχιτεκτονικών και οικιστικών επιλογών αντικατοπτρίζεται στα οικοδομικά υλικά και στις οικοδομικές τεχνικές. Ο οικοδομικός σχεδιασμός στη νότια πλαγιά υποδηλώνει την παρουσία μακρόστενων πασσαλόπηκτων οικοδομημάτων, ανάλογων με τα οικήματα που εντοπίστηκαν στις μεταγενέστερες φάσεις της κορυφής. Και στην περίπτωση της νότιας πλαγιάς, οι τοίχοι των κτιρίων διαμορφώνονται από πυκνά διατεταγμένους πασσάλους, καθιστώντας το ξύλο ως το κύριο οικοδομικό υλικό τους. Ομοιότητες παρατηρούνται και στον προσανατολισμό των οικημάτων και την ελαφρά κλίση των δαπέδων ανάλογη με αυτή των οικημάτων της φάσης ΒΙV στην κορυφή της τούμπας. Αντιστοιχία παρατηρείται στους τύπους των πηλοκατασκευών του νότιου τομέα με αυτούς της κορυφής και της ανατολικής πλαγιάς και στον εντοπισμό τους σε εσωτερικούς αποκλειστικά χώρους, καθώς εδράζονται πάνω στα δάπεδα οικημάτων και αποτελούν το κύριο χωροοργανωτικό στοιχείο τους. Τέλος, ο ενταφιασμός νηπίου κάτω από το δάπεδο μιας οικίας στην τομή ΣΤ αποτελεί πρακτική που έχει επανειλημμένα παρατηρηθεί στα οικήματα του Αρχοντικού στις φάσεις της ΠΕΧ και ενδεχομένως να καταδεικνύει κοινές αντιλήψεις σχετικά με την ταφή μικρών παιδιών στο εσωτερικό των οικιών, στο πλαίσιο ειδικής μέριμνας για τα απροστάτευτα μέλη της κοινωνίας.
Στην απόπειρα αποσαφήνισης και ανασύνθεσης της στρωματογραφικής ακολουθίας του νότιου τομέα, ερευνήσαμε διεξοδικά τις επιχώσεις της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού, συμβάλλοντας ουσιαστικά τόσο στη χωρική, όσο και στη χρονική επέκτασή τους. Συνοψίζοντας, μετά από την πολυετή και συστηματική έρευνα στον οικισμό του Αρχοντικού, η συνολική επίχωση της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού στην κορυφή και τη νότια πλαγιά του οικισμού ανέρχεται στα 4,60 μ. Στη συνολική επιφάνεια εντοπισμού του καλύτερα διατηρημένου οικιστικού ορίζοντα ΙV της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού (έκταση 223 τ.μ.) προστέθηκε η έκταση των πρωιμότερων οικιστικών φάσεων αυτής της περιόδου (20 τ.μ.), που εντοπίστηκε στη νότια πλαγιά. Επιπρόσθετα, διευρύνθηκε το πλαίσιο της χρονικής επέκτασης των φάσεων της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού με την αποκάλυψη στο Νότιο Τομέα του παλαιότερου, έως τώρα, οικιστικού ορίζοντα του Αρχοντικού, ο οποίος κυμαίνεται βάσει ραδιοχρονολογήσεων μεταξύ 2287-2140 π. Χ.